Ποιοι παράγοντες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο σύμφωνα με τους ειδικούς
NEWSROOM
Στον υψηλό αριθμό των πολιτών της ηλικιακής κατηγορίας άνω των εξήντα ετών που επιλέγουν να μην θωρακίζουν τον οργανισμό τους απέναντι στον κορωνοϊό, αποδίδουν οι επιστήμονες το γεγονός ότι παραμένει ψηλά ο σκληρότερος δείκτης της πανδημίας, αυτός των θανάτων στη χώρα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι από την αρχή του έτους και μέχρι τις πρώτες ημέρες του Φεβρουαρίου έχουν καταγραφεί περισσότερες από τρεις χιλιάδες απώλειες από επιπλοκές της νόσου, με ποσοστό μεγαλύτερο του 70% από αυτές να αφορά σε πολίτες άνω των εβδομήντα ετών.
Με συνέντευξή του στην εφημερίδα “Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής” ο καθηγητής Πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Νίκος Τζανάκης, εξήγησε τους παράγοντες που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη συγκεκριμένη επιδημιολογική κατηγορία:
«Εάν συνεχίσουν και την επόμενη εβδομάδα οι μεγάλοι αριθμοί των θανάτων, θα πρέπει να διερευνηθούν τα αίτια αυτής της υψηλής θνησιμότητας. Δυστυχώς, τα κρούσματα είναι πολλά και περίπου δύο με τρεις χιλιάδες στο σύνολο των είκοσι χιλιάδων είναι “Δέλτα”, με αυτήν να… δίνει και τους περισσότερους θανάτους. Σιγά σιγά οι θάνατοι θα πέσουν, αλλά δεν ξέρουμε σε ποιο επίπεδο. Εάν ένας λόγος συμβάλλει περισσότερο στον υψηλό αριθμό θανάτων είναι τα μη ικανοποιητικά εμβολιαστικά ποσοστά στους άνω των εξήντα ετών.
Ρόλο έχει και η μεγάλη ενδοοικογενειακή μετάδοση, καθώς μέσα στις ελληνικές οικογένειες συγχρωτίζονται τρεις γενιές και μεγάλοι άνθρωποι με προβλήματα υγείας και συννοσηρότητες.
Ο γηρασμένος πληθυσμός της χώρας, η αργοπορημένη προσέλευση στα νοσοκομεία αλλά και η κούραση των υγειονομικών και η πίεση του συστήματος δημιουργούν ζητήματα αποδοτικότητας των δομών Υγείας.
Μας προκαλούν μεγάλη εντύπωση οι σημαντικές διαφοροποιήσεις ανάλογα με την περιοχή. Για παράδειγμα, τον μήνα Ιανουάριο στην Κρήτη είχαμε 8,5 θανάτους ανά εκατό χιλιάδες πληθυσμού, ενώ η υπόλοιπη χώρα είχε 24-24,5 θανάτους ανά εκατό χιλιάδες πληθυσμού. Η Κρήτη, μάλιστα, ήταν από τις περιοχές που επιβαρύνθηκαν πολύ στο πέμπτο κύμα με την παραλλαγή “Ομικρον”. Σε όσες περιοχές είναι άνισα κατανεμημένο το υγειονομικό προσωπικό, καταγράφονται θάνατοι».
Παρόμοια άποψη εξέφρασε μιλώντας στο ίδιο μέσο και ο αναπληρωτής καθηγητής Πνευμονολογίας, Θεόδωρος Λύτρας:
«Το εμβολιαστικό κενό στις μεγάλες ηλικίες, η αύξηση των λοιμώξεων αλλά και ζητήματα στο σύστημα Υγείας είναι όλοι λόγοι που συντελούν για αυτούς τους αριθμούς».
Αισιόδοξος για σταδιακή αποσυμπίεση του Εθνικού Συστήματος Υγείας εμφανίστηκε από την πλευρά του ο αναπληρωτής καθηγητής Επιδημιολογίας, Δημήτρης Παρασκευής:
«Οι θάνατοι πρέπει να αξιολογούνται όχι όπως αξιολογούνται, ανά μονάδα πληθυσμού, αλλά ανά αριθμό κρουσμάτων. Έτσι, η αναλογία θανάτων προς κρούσματα είναι πολύ μικρότερη στο πέμπτο κύμα. Επιπλέον, οι θάνατοι συμβαίνουν σε υπερήλικες κυρίως, στη συντριπτική τους πλειονότητα με συννοσηρότητες. Η Ελλάδα είχε ένα έντονο κύμα “Δέλτα” που δεν αποκλιμακώθηκε όταν ξεκίνησε η “Ομικρον” οι θάνατοι αξιολογούνται κατ' αναλογία εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων σε όσους είναι διασωληνωμένοι. Το γεγονός, όμως, ότι οι νοσηλείες είναι περισσότερο «Ομικρον» και λιγότερο «Δέλτα», που σημαίνει μικρότερο χρόνο νοσηλείας, σε συνδυασμό με τον μικρότερο αριθμό εισαγωγών, προσφέρει αισιοδοξία ότι το ΕΣΥ θα αποσυμπιεστεί σιγά σιγά».