Κόντρα ΣΥΡΙΖΑ – Νέας Αριστέρας μετά το κάλεσμα Χαρίτση για πρόταση δυσπιστίας
Σύγκρουση στην Ολομέλεια της Βουλής για το νομοσχέδιο που αφορά στα Μη Κρατικά Πανεπιστήμια. Στο κενό έπεσε και η πρόταση του Αλέξη Χαρίτση να καταθέσουν και τα κόμματα της προοδευτικής αντιπολίτευσης από κοινού πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης.
Η λειτουργία παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων στην Ελλάδα προκάλεσε σφοδρή κόντρα κυβέρνησης-αντιπολίτευσης με έντονο ιδεολογικό χρώμα. Η κυβέρνηση παρά τις ενστάσεις αντισυνταγματικότητας που κατατέθηκαν από 5 κόμματα εμφανίζεται αποφασισμένη να υλοποιήσει τις αλλαγές. Η συζήτηση θα κορυφωθεί την Παρασκευή με την ομιλία του Πρωθυπουργού και των πολιτικών αρχηγών.
Εντωμεταξύ, αίτηση ονομαστικής ψηφοφορίας επί της αρχής και επί των άρθρων που αφορούν στα μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια, κατέθεσαν στην Βουλή, οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, με πρώτο υπογράφοντα τον πρόεδρο της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος, Σ. Φάμελλο. Συγκεκριμένα, με επιστολή τους προς τον πρόεδρο της Βουλής, Κ. Τασούλα, οι βουλευτές, επικαλούμενοι το άρθρο 72 του Κανονισμού της Βουλής, ζητούν «τη διενέργεια ψηφοφορίας με ονομαστική κλήση, επί της αρχής και επί των άρθρων 130 έως και το 155 στο σ/ν Υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, «Ενίσχυση του Δημόσιου Πανεπιστημίου – Πλαίσιο λειτουργίας μη κερδοσκοπικών παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων».
Ότι χρησιμοποιεί το Σύνταγμα ως φύλλο συκής κατηγόρησε την αντιπολίτευση κατά την συζήτηση των αιτημάτων αντισυνταγματικότητας του νομοσχεδίου για την ενίσχυση του δημόσιου πανεπιστημίου και το πλαίσιο λειτουργίας των μη κερδοσκοπικών παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων ο υπουργός Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού Κυριάκος Πιερρακάκης.
«Επειδή μελετήσαμε όσα έγραψε η επιστημονική επιτροπή της Βουλής να πω ότι αυτό το κείμενο διαψεύδει πανηγυρικά τους φορείς της μίας και μοναδικής αλήθειας περί αντισυνταγματικότητας του κειμένου. Νομίζω ότι αυτό είναι ευδιάκριτο τι λέει; Λέει ακριβώς αυτό το οποίο είπαμε στις Επιτροπές. Ότι υπάρχουν δύο Σχολές Σκέψης, ότι εμείς υιοθετούμε αυτή τη Σχολή Σκέψης και ότι στο τέλος της ημέρας αυτό θα κριθεί. Δεν είδαμε να γράφει κάτι περί κάθετης αντισυνταγματικότητας, διότι στο τέλος της ημέρας είναι απολύτως προσβλητικό για την τρίτη των εξουσιών, τη Δικαστική, να θεωρούμε ότι όλα κρίνονται από την αντιπολίτευση και όχι από την δικαστική εξουσία» τόνισε ο κ. Πιερρακάκης ανασφερόμενος στην γνωμοδότηση της επιστημονικής επιτροπής της Βουλής.
Ο υπουργός Παιδείας ανέφερε, απευθυνόμενος στον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του ΠΑΣΟΚ Παναγιώτη Δουδωνή, ότι «εμείς, λοιπόν, εδώ διαλέγουμε να εμπιστευθούμε γνωμοδοτήσεις κορυφαίων Καθηγητών του Συνταγματικού και του Διοικητικού Δικαίου – αναφέρθηκαν τα ονόματά τους – έχοντας αντλήσει από πάρα πολλά από τα στοιχεία τα οποία υπάρχουν σε αυτές τις γνωμοδοτήσεις. Κύριε Δουδωνή ήταν χάρμα να σας ακούω να διαφωνείτε με τον κ. Βενιζέλο, με τον κ. Αλιβιζάτο, χάρμα, είμαι βέβαιος ότι σας άκουγαν και αυτοί. Απλώς εδώ να πω ότι όταν ο κ. Ανδρουλάκης έλεγε στις 20.12 «δεν θα μπούμε εμπόδιο στην ίδρυση μη κρατικών – μη κερδοσκοπικών Πανεπιστημίων αρκεί το νομοσχέδιο να μην είναι σε βάρος των Δημοσίων», γνώριζε και τις συνταγματικές γνωμοδοτήσεις πάνω στις οποίες το νομοσχέδιο βασίζεται. Εσείς λοιπόν εδώ χρησιμοποιείτε το Σύνταγμα ως «φύλλο συκής», αυτό κάνετε. Αλλά ήταν τελείως αντιληπτό ότι η σημερινή σας τοποθέτηση ερχόταν σε συνέχεια των διαφωνιών που είχατε χθες».
Ο κ.Πιερρακάκης τόνισε «άρα, νομίζω ότι εδώ πέρα, καλό θα είναι, επειδή αυτό είναι το κοινό μας μέλλον, να μπορέσουμε να το συνδιαμορφώσουμε πέρα από τα συνθήματα διότι, όταν αναφέρθηκα σε τοτέμ και ταμπού, δεν αναφερόμουν σε συνταγματικό κείμενο όπως η μονταζιέρα κάποιων εδώ μέσα ήθελε να υπογραμμίσει. Αναφερόμουν στη στενή και ασφυκτική πεποίθηση της μίας και μοναδικής αλήθειας ότι η Ελλάδα πρέπει να είναι η μοναδική χώρα στον κόσμο η οποία έχει απαγόρευση ως προς τα μη κρατικά πανεπιστήμια.
Μόνο εμείς, κι αν δεν κάνω λάθος, και η Κούβα είμαστε. Νομίζω ότι αυτή τη στιγμή σε συμβατότητα με το συνταγματικό κείμενο όπως έλεγαν και συγκεκριμένες μειοψηφικές απόψεις στο ΣτΕ το 1998 και όπως λένε και όλες εκείνες οι θεμελιώδεις μεταβολές οι οποίες έχουν συντελεστεί από το 1974 και, μαζί με τη γνώμη κορυφαίων Καθηγητών που ανέφερα πριν, μας κάνουν να πιστεύουμε και να θεωρούμε ότι είναι θεμελιωμένο, ότι αυτό το βήμα είναι απολύτως στέρεο».