Η παραίτηση Τσίπρα, το ''βρώμικο'' 2015 και η αποτυχημένη ταύτιση με τον Ανδρέα Παπανδρέου
Του Σάββα Παυλίδη
Από χθες, που ο Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε πως μετά από 15 συναπτά έτη δεν θα είναι ξανά αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, στο σύνολο τους τα ΜΜΕ πραγματοποιούν μία σειρά από αφιερώματα στο πρόσωπο του.
Ιστορικές αναδρομές, αναφορές στο ‘’πληγωμένο’’ 2015, είναι κάποια από τα highlights των δεκαπέντε χρόνων που προηγήθηκαν.
Η αλήθεια είναι πως όντως ο Αλέξης Τσίπρας αποτελεί ένα ξεχωριστό κεφάλαιο για την σύγχρονη πολιτική ιστορία. Ανεξάρτητα από το αν κάποιος συμπαθεί το πρόσωπο του και την ιδεολογία που πρέσβευε, οφείλει να παραδεχθεί τη θέση που έχει ο πρώην (πλέον) αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ στο πολιτικό γίγνεσθαι της χώρας.
Τι τον καθιστά ξεχωριστό; Το γεγονός πως κανένας δεν έμοιαζε με εκείνον. Πρόκειται επί της ουσίας για έναν δραστήριο –πολιτικά- φοιτητή του Πολυτεχνείου ο οποίος κλήθηκε το 2015 να αναλάβει τα ηνία της χώρας στην πιο κρίσιμη, δύσκολη και απαιτητική της στιγμή από την Μεταπολίτευση και έπειτα.
Δίχως να προέρχεται από πολιτική οικογένεια, δίχως να προέρχεται από ''τζακια'', χωρίς ουσιαστικά να ξεκινά τη πολιτική του διαδρομή με στόχο να κυβερνήσει το τόπο. Όλα προέκυψαν ξαφνικά ένα βράδυ της 6ης Μαίου του 2012, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ από τη μία στιγμή στην άλλη μετετράπη από κόμμα που έδινε μάχη να μπει στη Βουλή, σε κόμμα εξουσίας.
Ήταν οι συγκυρίες που ευνόησαν τελικά τον Αλέξη Τσίπρα, ή το πολιτικό του προφίλ;
Η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση. Πράγματι η περίοδος 2012-2015 ευνόησε την άνοδο του λαϊκισμού. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός πως την ίδια περίοδο μεγαλώνει το πολιτικό ύψος του Πάνου Καμμένου, όπως επίσης το αντίστοιχο διάστημα μας συστήνεται η Χρυσή Αυγή.
Ουσιαστικά οι μνημονιακές πολιτικές και οι συγκυρίες των εποχών ''γέννησαν'' μία συγκεκριμένη πολιτική αντίληψη, και ένα ιδιαίτερο πολιτικό ύφος. Πολιτικά χαρακτηριστικά που μέχρι και εκείνη την εποχή, ήταν άγνωστα στην κοινή γνώμη.
Για το αν η περίοδος της διακυβέρνησης Τσίπρα πέτυχε ή απέτυχε, ελάχιστη σημασία έχει το τι θα γράψουμε εμείς σήμερα. Η ίδια ιστορία έκρινε τον Αλέξη Τσίπρα.
Τον Ιανουάριο του 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ λαμβάνει ποσοστό 36,3% με 2.245.978 ψήφους. Οκτώ χρόνια μετά, ο ΣΥΡΙΖΑ λαμβάνει ποσοστό 17,8% με 929.968 ψήφους. Κάπου εδώ λοιπόν λήγει και η συζήτηση σχετικά με πως κρίθηκε ως πρωθυπουργός και μετέπειτα ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Αυστηρότερος κριτής άλλωστε είναι ο ίδιος πολίτης και η απάντηση του στο συγκεκριμένο ερώτημα ήταν, όχι απλώς ξεκάθαρη, αλλά εκκωφαντική.
Και μιας και από χθες έχει αρχίσει μία δακρύβρεχτη ανάλυση σχετικά με το αν έπρεπε να αποχωρήσει ή όχι από τον προεδρικό θώκο του ΣΥΡΙΖΑ, γεννάται ένας πολύ ξεκάθαρο ερώτημα
Όταν ως πρώην πρωθυπουργός, ζητάς τρεις φορές την επανεκλογή σου, και λαμβάνεις και τις τρεις φορές αρνητικότατη απάντηση, πως μπορεί να υπάρχει άλλος δρόμος πέρα από την φυγή;
Αυταπόδεικτα, ο Αλέξης Τσίπρας δεν ήθελε να δει την αλήθεια αυτή. Διότι, είτε λόγω προσωπικής έπαρσης, είτε λόγω ''αυλικών'' εντός ΣΥΡΙΖΑ, πίστευε πως η πολιτική του διαδρομή δεν θα έχει ποτέ τέλος.
Είναι φανερό πως έκρινε τον εαυτό του ως μία πολιτική οντότητα μεγαλύτερη από αυτή που εν τέλει ήταν.
Εν τέλει η ίδια η κάλπη του απέδειξε με τον σκληρότερο των τρόπων πως το πολιτικό του ύψος ήταν δυσανάλογο της σκιάς που έβλεπε στο τοίχο. Αλλά του έδειξε και κάτι ακόμα.
Πως δεν είναι ο νέας Ανδρέας Παπανδρέου.
Όταν το 2019 ο ΣΥΡΙΖΑ ηττήθηκε στις κάλπες του Ιουλίου, ο Αλέξης Τσίπρας θεωρούσε πως η χώρα ζούσε ένα deja vu του 1990. Όταν πρωθυπουργός έγινε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και ο πρώην πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου έμεινε στη θέση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης με στόχο να επιστρέψει στο Μέγαρο Μαξίμου. Όπερ και εγένετο το 1993.
Αυτή την ''ρεβάνς'' ήθελε να πάρει ο Αλέξης Τσίπρας, ώστε η ιστορία να βάλει το όνομα του δίπλα από αυτό του Ανδρέα.
Ήταν επομένως ένα προσωπικό στοίχημα, ένα ψυχολογικό απωθημένο που τον ακολουθούσε σαν ''βαρίδι'' σε όλη του τη πολιτική διαδρομή.
Και το οποίο τελικά δεν πήρε ποτέ σάρκα και οστά!