Το πολιτικό αδιέξοδο του ΣΥΡΙΖΑ, η δεύτερη σερί παραδοχή λάθους εκ μέρους της κυβέρνησης και η στάση αναμονής του Νίκου Ανδρουλάκη
Του Σάββα Παυλίδη
Διαχρονικά οι προτάσεις δυσπιστίας αποφασίζονται εκ μέρους των αξιωματικών αντιπολιτεύσεων με στόχο την επίτευξη επικοινωνιακών στόχων. Ποτέ κανείς αρχηγός κόμματος δεν πίστευε στα αλήθεια πως μία πρόταση μομφής θα έριχνε μία κυβέρνηση. Το ίδιο συνέβη και τώρα. Ο Αλέξης Τσίπρας επί της ουσίας, μέσω της διαδικασίας αυτής, επεδίωξε απλώς να προκαλέσει μία συζήτηση στην Βουλή μεταξύ του ιδίου και του πρωθυπουργού. Άλλωστε γνώριζε, πως όπως και πυρκαγιές του καλοκαιριού, έτσι και τώρα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα επεδίωκε ο ίδιος την συζήτηση στην Βουλή σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών αναφορικά με την κάκιστη διαχείριση της κακοκαιρίας. Επομένως ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ ήθελε απλώς να τον προλάβει.
Είναι ξεκάθαρο πως πλέον στην Κουμουνδούρου ο προβληματισμός πολλαπλασιάζεται μέρα με την ημέρα. Ο Αλέξης Τσίπρας, όσο και αν αμφισβητεί τις δημοσκοπήσεις, αντιλαμβάνεται πως ο πολιτικός του χρόνος μοιάζει με κλεψύδρα αδειάζει. Δεν είχε ποτέ έως σήμερα το θάρρος να παραδεχθεί γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε δύο φορές το 2019, συνεχίζει ακόμα με αλαζονικό ύφος να υποτιμά πολιτικούς αντιπάλους και αρνείται πεισματικά να αλλάξει την στρατηγική του κόμματος του. Δεν αλλάζει δηλαδή τα αίτια που προκάλεσαν την διπλή του συντριβή στις τελευταίες κάλπες.
Γνωρίζει πλέον καλά πως στόχος δεν είναι η πρώτη θέση. Δεν υπάρχει για τον ΣΥΡΙΖΑ καμία πιθανότητα. Πλέον, επιτυχία θα αποτελεί να παραμονή στην δεύτερη, η οποία και απειλείται ευθέως από τον Νίκο Ανδρουλάκη.
Πριν προχωρήσουμε, δύο λόγια για τον αρχηγό του ΚΙΝΑΛ. Μία ματιά στο twitter τις ημέρες που προηγήθηκαν, και θα διαπιστώσει κάποιος πως στο πρώτο του crash – test δεν τα πήγε και τόσο καλά. Η επιλογή του να στηρίξει την πρόταση μομφής αλλά και να απορρίψει το αίτημα για εκλογές, φαίνεται πως δεν άρεσε σε κανέναν. Συνεχίζει όπως φαίνεται την τακτική των ίσων αποστάσεων και του φόβου να εκπονήσει συγκεκριμένες και αναλυτικές θέσεις. Είναι όμως τυχερός γιατί στο τρέχον momentum, στο χώρο της κεντροαριστεράς παίζει χωρίς αντίπαλο. Επομένως ακόμα και τα όποια λάθη, προς το παρόν δεν κοστίζουν.
Επιστρέφοντας στα του ΣΥΡΙΖΑ, κέρδος για τον Αλέξη Τσίπρα μετά την τριήμερη συζήτηση, δεν υφίσταται. Συνέχισε στο γνωστό κοινοβουλευτικό του ύφος, το οποίο και 2,5 χρόνια τώρα δεν του έχει επιφέρει κανέναν κέρδος. Το είπαμε και πριν, η αξιωματική αντιπολίτευση επιμένει τυφλά σε μία τακτική η οποία δεν επιφέρει κανένα αποτέλεσμα. Άραγε να υπάρχει ζήτημα πολιτικής αντίληψης μίας εσφαλμένης στρατηγικής, ή άρνηση παραδοχής λάθους;
Εύλογα ο Αλέξης Τσίπρας θεώρησε πως με τον κοινοβουλευτικό διαξιφισμό του με τον πρωθυπουργό, θα καρπωθεί προσωπικά ο ίδιος τον εκνευρισμό των πολιτών για την διαχείριση της κακοκαιρίας. Σωστή σαν σκέψη, αλλά φαντάζει δύσκολο να συμβεί. Το ίδιο επεδίωξε και με την πανδημία, και στα γκάλοπ η άποψη των πολιτών σε σχέση με τις θέσεις και τις απόψεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης προκαλούν σοκ.
Δείτε απάντηση των ερωτηθέντων σε σχετικό ερώτημα πρόσφατης δημοσκόπησης.
Σε ότι αφορά την κυβέρνηση, η στάση της ήταν αναμενόμενη. Όπως και στις πυρκαγιές του καλοκαιριού, έτσι και τώρα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσπάθησε να μην ψάξει δικαιολογίες. Το πήρε πάλι πάνω του λέγοντας «συγγνώμη». Ορθώς σκεπτόμενος, καθώς με αυτό τον τρόπο δείχνει πως βγαίνει μπροστά και αναλαμβάνει ευθύνες. Στον κόσμο άλλωστε αρέσει αυτή η εικόνα. Την προτιμά από το πέταγμα της μπάλας στην εξέδρα. Το θέμα βέβαια είναι πως δεν γίνεται σε κάθε αποτυχία ο αρχηγός της κυβέρνησης να βγαίνει και να απολογείται. Κάποτε δεν θα αρκεί μία συγγνώμη, αλλά θα χρειαστούν και πράξεις.
Στο Μέγαρο Μαξίμου, όπως και δήλωσαν εξ αρχής, περίμεναν την πρόταση μομφής. Φάνηκε κιόλας από το γεγονός πως τόσο ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όσο και οι υπουργοί του, ήταν εξαιρετικά έτοιμοι στο τι θα πουν. Στην κυβέρνηση γενικά κυριαρχεί η εντύπωση – και όχι άδικα – πως κοινοβουλευτικά ο Αλέξης Τσίπρας αποτελεί εύκολος αντίπαλος. Δεν είναι λίγες άλλωστε η φορές που έχει πιαστεί… αδιάβαστος. Επομένως κρίνουν πως κάθε αντιπαράθεση του με τον πρωθυπουργό, είναι… ευλογία για την κυβερνώσα παράταξη.
Συμπερασματικά, η συζήτηση για την πρόταση μομφής δεν μας έμαθε τίποτα καινούργιο. Κατέστη απλά σαφές πως ο ΣΥΡΙΖΑ πλέον παίζει για τα… μπαράζ της δεύτερης θέσης, και πως επί της ουσίας έχει αποφασίσει από εδώ και στο εξής να ανεβάζει τους τόνους, σε μία προσπάθεια «ξιφομαχίας» με τον Νίκο Ανδρουλάκη σε σχέση με το ποιος θα ασκήσει καλύτερά τα καθήκοντα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.