Πόσο εφικτή είναι η άνοδος του ΚΙΝΑΛ σε διψήφια ποσοστά και ποιος μπορεί να το πετύχει περισσότερο από τον Γ. Παπανδρέου;
Του Σάββα Παυλίδη
Η ξαφνική, και για άκρως δυσάρεστο λόγο, φυγή της Φώφης Γεννηματά από την κούρσα εκλογής αρχηγού του Κινήματος Αλλαγής, άλλαξε εκ βαθέων τους παράγοντες της εξίσωσης.
Ο Γιώργος Παπανδρέου αποφάσισε να επιστρέψει στο προσκήνιο και να διεκδικήσει την αρχηγία, σε μία προσπάθεια να πάρει μία… ρεβάνς για τα όσα διαδραματίστηκαν γύρω από το πρόσωπο του μετά το 2011.
Ποιος άλλωστε μπορεί να αρνηθεί πως τον Νοέμβριο εκείνου του έτους, αποχώρησε βαθιά ηττημένος, είτε πολιτικά, είτε προσωπικά;
Παρέδωσε την πρωθυπουργία στον Λουκά Παπαδήμο και την αρχηγία του ΠΑΣΟΚ στον Ευάγγελο Βενιζέλο, επωμιζόμενος το μεγαλύτερο βάρος ευθυνών για τα όσα διαδραματίστηκαν στη χώρα την πρώτη περίοδο των μνημονίων.
Φυσικά, δεν πρέπει να παραβλέψουμε πως ο πρώην πρωθυπουργός επεδίωξε ακόμα μία φορά να ανέβει στην επιφάνεια, ιδρύοντας για τις βουλευτικές εκλογές του Ιανουαρίου του 2015, το ΚΙ.ΔΗ.ΣΟ., ένα εγχείρημα καταφανώς αποτυχημένο, μιας και το ποσοστό που συγκέντρωσε δεν ξεπέρασε το 2,47%.
Σήμερα εντούτοις οι συσχετισμοί είναι διαφορετικοί. Η χώρα έχει ξεπεράσει τα μνημονιακά «τραύματα» της, τραβώντας μία διακριτή γραμμή με το παρελθόν.
Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο λοιπόν ο Γιώργος Παπανδρέου αποφάσισε να βγει ξανά στο προσκήνιο, διεκδικώντας ένα πλήρως ξεκάθαρο ρόλο: να εκτοπίσει τον ΣΥΡΙΖΑ και να του δώσει τον ρόλο του «κομπάρσου»!
Στην εσωκομματική εκλογική διαδικασία της 5ης Δεκεμβρίου, το ζητούμενο για το Κίνημα Αλλαγής είναι ένα: να επιλέξει το πρόσωπο εκείνο το οποίο θα μπορέσει να πάρει από τον ΣΥΡΙΖΑ τον ρόλο του βασικού ανταγωνιστή της Νέας Δημοκρατίας!
Ακόμα και αν αυτός ο στόχος δεν επιτευχθεί πλήρως, αποστολή του νέου αρχηγού του ΚΙΝΑΛ θα είναι να μετατρέψει τα ποσοστά του κόμματος σε διψήφια. Από ποιο κόμμα καλείται το Κίνημα Αλλαγής να «υφαρπάξει» ψήφους; Σε ποια πολιτική δεξαμενή πρέπει να απευθυνθεί;
Σαφέστατα σε αυτήν που σήμερα «καρπώνεται» ο ΣΥΡΙΖΑ από τις εκλογές του 2019 έως και σήμερα. Τα ποσοστά της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε όλες της έρευνες των τελευταίων δύο ετών κυμαίνονται από το 20% έως και το 25%.
Οι πολίτες που διαμορφώνουν το συγκεκριμένο ποσοστό είναι ως επί το πλείστον πρόσωπα τα οποία, είτε ανήκουν στο χώρο του κέντρου και της κεντροαριστεράς, είτε εκφράζουν διά της ψήφου τους την αντίρρηση τους προς τις κυβερνητικές πολιτικές.
Ζητούμενο λοιπόν είναι η βάση του ΚΙΝΑΛ να επιλέξει το πρόσωπο εκείνο που μπορεί να πείσει περισσότερο όσους ανήκουν στις δύο παραπάνω κατηγορίες.
Καλώς ή κακώς, ο Γιώργος Παπανδρέου διαθέτει ορισμένα χαρακτηριστικά που τον καθιστούν το καταλληλότερο πρόσωπο για αυτή την θέση.
Διαθέτει ένα «βαρύ» όνομα το οποίο στο χώρο του κέντρου και της κεντροαριστεράς δύναται να ενεργοποιείσαι πολλά «αντανακλαστικά» συναισθηματικού χαρακτήρα.
Παράλληλα, αποτελεί διαχρονικά μια προσωπικότητα ιδιαιτέρως μετριοπαθής. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως ο ΣΥΡΙΖΑ αντιπολιτευτικά έχει αποτύχει. Αυτό σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στους υψηλούς τόνους που πολλάκις εφαρμόζει, και τους οποίους η κοινωνία πλέον δεν τους χρειάζεται.
Το ΚΙΝΑΛ την επομένη της 12ης Δεκεμβρίου (αν χρειαστεί και δεύτερος γύρος) χρειάζεται ένα πρόσωπο το οποίο να μπορεί να… «εισβάλει» στο κομματικό ακροατήριο του ΣΥΡΙΖΑ.
Επί παραδείγματι, η υποψηφιότητα του Ανδρέου Λοβέρδου είναι ελπιδοφόρα για το Κίνημα Αλλαγής.
Προκύπτει όμως ένα εύλογο ερώτημα: ένα πρόσωπο που αποτελεί «κόκκινο» πανί για την βάση του ΣΥΡΙΖΑ, πως θα μπορέσει να «υφαρπάξει» ψήφους από τον συγκεκριμένο χώρο;
Ο Γιώργος Παπανδρέου γνωρίζει καλά πως, εκ των έξι υποψηφίων, ο πιο.. συμπαθής στην πολιτική δεξαμενή του ΣΥΡΙΖΑ είναι εκείνος. Επομένως, μοιάζει να είναι ο μόνος που μπορει να «σπάσει» την κυριαρχία της Κουμουνδούρου στο χώρο της κεντροαριστεράς τα τελευταία χρόνια.
Αυτό είναι άλλωστε το μεγάλο ζητούμενο της 5ης και της 12ης Δεκεμβρίου. Να ξανακερδίσει το ΚΙΝΑΛ την θέση που «έκλεψε» ο ΣΥΡΙΖΑ από το ΠΑΣΟΚ στις εκλογές της 6ης Μαίου του 2012.
Μπορεί να το πετύχει κάποιος περισσότερο από τον Γιώργο Παπανδρέου;