Ο τίτλος του άρθρου προκύπτει από μια προσπάθεια μετάφρασης της φράσης “Social media kill social feelings”, την οποία μου είπε ένας φίλος που γνώρισα στην Τσεχία, αφού του διηγήθηκα μια εμπειρία που με ταρακούνησε για τα καλά στο μετρό της Αθήνας.
Το συμβάν έχει ως εξής: επιβιβάζομαι στο μετρό από το σταθμό του Συντάγματος και κάθομαι σε μια θέση δίπλα στο παράθυρο, ενώ κάθεται στη διπλανή μου θέση μια άλλη κοπέλα. Το βαγόνι ήταν γεμάτο σχεδόν κόσμο, αλλά υπήρχε χώρος να κινηθούμε ελεύθερα. Όταν ξεκίνησε το τραίνο, ακούσαμε φωνές από έναν άνθρωπο, ο οποίος μπουσουλούσε σε όλο το μήκος του βαγονιού και έβγαζε άναρθρες κραυγές. Έφτασε στο μέρος όπου είχα καθίσει και ξαφνικά έπιασε την κοπέλα δίπλα μου από τα μαλλιά συνεχίζοντας να φωνάζει, ενώ προσπάθησε να κάνει το ίδιο και σε μένα. Ωστόσο, δεν ήταν το συμβάν αυτό που με ταρακούνησε, αλλά η πλήρης απάθεια ενός γεμάτου κόσμο βαγονιού, στο οποίο αυτός ο άνθρωπος έκανε μια τέτοια κίνηση για δεύτερη φορά απ’όσο μάθαμε λίγα λεπτά αργότερα.
Δεν έκανε κανείς τίποτα για να τον σταματήσει ή να προστατέψει την κοπέλα που ούρλιαζε από τον πόνο και την τρομάρα, παρά καθόταν απλώς και τον κοιτούσε. Πιθανότατα ο κόσμος αυτός ένιωσε λύπηση για την κοπέλα ή απέχθεια προς τον άνθρωπο που την έβλαψε, αλλά κανείς μα κανείς δεν κουνήθηκε ούτε προσπάθησε να σταματήσει αυτό που συνέβαινε. Κι εδώ είναι που αρχίζω να αναρωτιέμαι τι πάει λάθος. Είμαστε τόσο απορροφημένοι στα κινητά μας και τις ζωές μας, ώστε οτιδήποτε μας αποσπά από τον μικρόκοσμό μας, το αγνοούμε; Φοράμε παρωπίδες για να μη διαταραχτεί η ρουτίνα μας και βγούμε λίγο από το πρόγραμμά μας; Η απάντηση είναι ναι. Έχουμε σταματήσει να βλέπουμε και απλά κοιτάμε σα να παρακολουθούμε μια σειρά στο Netflix, στην οποία δε μας επηρεάζει ό,τι και αν συμβεί στους χαρακτήρες.
Χαζεύουμε στα social media όπου και να είμαστε χωρίς να ασχολούμαστε με το τι συμβαίνει γύρω μας. Κι έτσι, χάνουμε την ανθρωπιά μας. Γιατί προσπερνάμε την κοπέλα που κλαίει στο δρόμο και ίσως αργότερα κάνει κάτι που θα μετανιώσει, όπως το να βάλει τέλος στη ζωή της, προσπερνάμε τον ηλικιωμένο που προσπαθεί να σηκώσει τα ψώνια του, ενώ πονάει σε όλο του το σώμα, προσπερνάμε το παιδάκι που κοιτάει αριστερά δεξιά, γιατί έχει χαθεί και μπορεί να το δούμε στο Amber alert στην τηλεόρασή μας και τέλος, προσπερνάμε τον ίδιο μας τον εαυτό, όταν κοιταζόμαστε στον καθρέφτη και δεν τον αναγνωρίζουμε.
Η κοινωνία στην οποία ζούμε κατακλύζεται από γρήγορους ρυθμούς, τεχνολογικές καινοτομίες, υπερβολικό άγχος και πολυάσχολους ανθρώπους. Για όλα αυτά χρησιμοποιούμε ως πανάκεια τα social media. Χαζεύουμε ωραία μέρη, όμορφους ανθρώπους, πολυπόθητα φαγητά και υπέροχες σχέσεις. Ποια από αυτά όμως, είναι αληθινά ή τόσο τέλεια όσο δείχνουν; Κανείς δεν ξέρει πόσο κόπο έκανε κάποιος και πόσες ατελείωτες ώρες δουλειάς αφιέρωσε για να κάνει ένα ταξίδι στην Καραϊβική. Κανείς δεν ξέρει πόσα στερείται κάποιος για να αποκτήσει τους τέλειους κοιλιακούς και για ποιο λόγο επέλεξε να τα στερηθεί. Κανείς δεν ξέρει πόσες τύψεις μπορεί να νιώθει το άτομο που έβγαλε φωτογραφία μια υπέροχη τάρτα σοκολάτας που θα τη φάει ή αν θα επιλέξει, αφού τη γευτεί, να μην την κρατήσει στον οργανισμό του.
Και τέλος, κανείς δεν ξέρει πόσο πραγματικά τέλειο είναι το ζευγάρι που φωτογραφίζεται συνέχεια μαζί, ενώ είναι πολύ πιθανό ο ένας από τους δύο να βιώνει σωματική ή ψυχολογική βία από τον σύντροφό του, να υπάρχει άλλο πρόσωπο ανάμεσά τους ή να μην σέβεται και να μην εκτιμά ο ένας τον άλλον. Τα social media επομένως, όταν χρησιμοποιούνται χωρίς φίλτρα (και δεν εννοώ τα φίλτρα που βάζουμε για να δείχνουμε αψεγάδιαστοι, αλλά τα φίλτρα του εγκεφάλου που επεξεργάζονται την πληροφορία), μας αποξενώνουν και μας απομακρύνουν από τα κοινωνικά αισθήματα αλλά και από τους συνανθρώπους μας. Προσωπικά, η εμπειρία που έγινε η αφορμή να γράψω αυτό το κείμενο, με έκανε να μη νιώθω ασφάλεια σε ένα χώρο γεμάτο ανθρώπους μέρα μεσημέρι. Για το λόγο αυτό, θα ήθελα εσύ που το διαβάζεις να κάνεις κάτι για να το αλλάξεις, όχι για μένα, αλλά για σένα.
Όταν ο καθένας από εμάς κάνει έστω μια μικρή κίνηση για να δείξει το ενδιαφέρον του, τότε έχουμε ίσως μια μικρή ελπίδα να ξαναβρούμε τη χαμένη μας ανθρωπιά.