«Υπάρχουν δύο τρόποι να ζεις τη ζωή. Ο ένας σαν τίποτε να μην είναι θαύμα. Κι ο άλλος σαν όλα να είναι ένα θαύμα».
Τα λόγια του Einstein αντηχούν στο χιονισμένο δάσος. Το στοιχειωμένο δάσος των ψευδαισθήσεων, που το διασχίζει η Κοκκινοσκουφίτσα, κρατώντας ένα καλαθάκι με κουλουράκια και βούτυρο. Της τα έδωσε η μαμά της, να τα πάει στην άρρωστη γιαγιά της στην άλλη άκρη του δάσους. Η μαμά της κι ο μπαμπάς της δεν της μίλησαν όμως για τον κακό λύκο και τα ψέματα και τις μεταμφιέσεις που μεταχειρίζεται.
Η Κοκκινοσκουφίτσα είναι παιδί κι είναι αθώα σαν τις νιφάδες του χιονιού. Σαν το πνεύμα των Χριστουγέννων. Στο λευκό χιόνι της ψυχής της θα πατήσουν με τα βαριά, βρώμικα παπούτσια τους οι μεγάλοι, όλη η παρέλαση των μεγάλων, με σημαιοφόρους τον μπαμπά και τη μαμά που δε θα παραλείπουν να της υπενθυμίζουν ότι δεν είναι ποτέ ‘αρκετά καλή για να την αγαπούν», ότι ‘είναι ανόητη, χαζή, ανίκανη, ανάξια, τεμπέλα…’ - ένα χεράκι ξύλο, μια…τακτική συναυλία από χαστούκια και προσβολές, ή με την συναισθηματική απουσία των πιο αγαπημένων της ανθρώπων, των γονιών της, και η καημένη η Κοκκινοσκουφίτσα θα βρεθεί κατευθείαν στο στόμα – και στο στομάχι του λύκου. Κι ο λύκος είναι ο φόβος. Ο λύκος είναι το ψέμα. Η Κοκκινοσκουφίτσα, με τις λασπωμένες πατημασιές των μεγάλων στο χιόνι της αθώας παιδικής της ψυχής, θα φοβηθεί την αγάπη. Την εμπιστοσύνη.
Την αγάπη και την εμπιστοσύνη στον εαυτό της και στους άλλους. Και ή θα ναρκώσει τα συναισθήματά της και δε θα τ’ αναγνωρίζει, θα τα αρνείται, ή θα ψάχνει πάντα στους άλλους το φρέσκο αγνό χιόνι της αγάπης και της αποδοχής που θα καλύψει το βρώμικο, τραυματισμένο χιόνι μέσα της. Κάποιον που να της δώσει αγάπη χωρίς όρους, χωρίς να ζητάει ανταπόδοση. Τον ξυλοκόπο που θα την βγάλει από το στομάχι του λύκου.
Από το ψέμα που της είπαν ότι δεν είναι ‘αρκετά καλή για να την αγαπούν’. Κι όσο θα ψάχνει για τον ξυλοκόπο, τόσο θ’ απογοητεύεται και θ’ απογοητεύεται, μέχρι να φθάσει στην πιο όμορφη στιγμή της ζωής της: την τελική απο-γοήτευση. Την τελική απομυθοποίηση. Όταν καταλάβει βαθιά ότι κανείς δεν υπάρχει απέναντί της, έξω απ’ αυτήν για να την βοηθήσει, αλλά μονάχα μέσα της υπάρχει αυτό που μπορεί να τη σώσει. Η ίδια της, η βαθύτερη, καθαρή σκέψη, ο αγνός της εαυτός πάντα άσπιλος σαν το χιόνι, ο φυλακισμένος στο στομάχι του λύκου με τα ψέματα. Κι ο ξυλοκόπος που περιμένει να την σώσει, δεν μπορεί να είναι άλλος από το δικό της θάρρος και την απόφαση να ελευθερωθεί. Και το τσεκούρι του ξυλοκόπου που θα σκοτώσει τον λύκο, θ’ ανοίξει το στομάχι του και θα την βγάλει στο φως και τον καθαρό αέρα είναι η γνώση του εαυτού της, η συνεχής καλλιέργεια και εσωτερική της ανάπτυξη, η αυτοπαρατήρηση και η επίγνωση.
Τα εργαλεία της ζωής. Αν η Κοκκινοσκουφίτσα δεν τολμήσει ν’ αποφασίσει και να επιλέξει την απελευθέρωσή της, θα παραμείνει στο στομάχι του λύκου φοβισμένη, αιχμάλωτη του ψεύδους, της ψεύτικης εικόνας για τον εαυτό της ότι ‘δεν αξίζει ν’ αγαπηθεί’ (άρα και ότι είναι ανίκανη ν’ αγαπήσει), όμηρος των διαστρεβλωμένων ιδεών που φύτεψαν στο νου της οι διαστρεβλωμένοι μεγάλοι, γονείς, παππούδες, θείοι, δάσκαλοι, κυβερνήσεις ολόκληρες των μεγάλων. Και με τον καιρό, θ’ αρχίσει να σαπίζει στο στομάχι του λύκου κι οι ψυχικές της δυνάμεις θ’ αποσυντίθενται.
Και θα ζει σαν τίποτε να μην είναι ένα θαύμα, αλλά τα πάντα μέσα στο νου της θα μετατρέπονται σε μια κόλαση - το μεγαλύτερο ψέμα. Και δεν θα μπορέσει να δει τον θαυμάσιο έναστρο. Ουρανό και το Ολόλαμπρο Αστέρι που φωτίζει τον δρόμο προς τη Φάτνη, όπου κάθε στιγμή ένας μικρός Χριστός, ο Αληθινός Εαυτός μας, περιμένει να γεννηθεί, δεν θα μπορέσει να δει τη μαγική σπηλιά της Εσωτερικής Αναγέννησης και τους Μάγους με τα δώρα που τιμούν τη Ζωή.
Θα γιορτάζει τα Χριστούγεννα μέσα στην κοιλιά του λύκου φορώντας φανταχτερές τουαλέτες και ακριβά ρολόγια, ή κλαίγοντας τη φτώχια της, καταναλώνοντας περισσότερα φαγητά, γλυκά, τσιγάρα, αλκοόλ (χάπια ή και ναρκωτικά για να πνίξει τη φωνή του πόνου μέσα της), περισσότερα από τις άλλες ημέρες, επειδή ‘είναι Χριστούγεννα’, δηλαδή, μ’ αυτό το σκεπτικό, ‘γιορτή του ψεύδους και της κραιπάλης, γιορτή του λύκου και του φιμωμένου πόνου’. Και τίποτε δεν θα είναι για ’κείνη, που σκοτώνει την ψυχή της, ένα θαύμα.
Μακριά από το ψέμα και την φυλακή της Κοκκινοσκουφίτσας που δεν τόλμησε να βρει τον ξυλοκόπο, ωστόσο, τα Χριστούγεννα συμβαίνουν την κάθε στιγμή. Ένα Αστέρι λάμπει πάντα στον ουρανό και περιμένει να το δούμε για να μας φωτίσει τον δρόμο, κι η Σπηλιά είναι πάντα εκεί για να προσκυνήσουμε μαζί με τους Μάγους και τα δώρα της Ζωής το Νεογέννητο Εαυτό μας. Μικρές Κοκκινοσκουφίτσες, χαμένες στο δάσος των Ψευδαισθήσεων και του Φόβου, αυτά τα Χριστούγεννα ας γίνουν για όλους μας Θάρρος κι Ανάσταση, για να κοιτάξουμε τον έναστρο Ουρανό, τον Κόσμο-Κόσμημα γύρω μας και την Ζωή, σαν όλα να είναι ΕΝΑ ΘΑΥΜΑ.