Ένας Άγγελος πετούσε πάνω από τη γη. Περιπλανιόταν πάνω από ερήμους, θάλασσες, βουνά...
Σαββατόβραδο λίγο πριν τα μεσάνυχτα, μπροστά στην τηλεόραση, αιχμαλωτίζομαι από ένα συγκλονιστικό ντοκυμαντέρ για τη γενοκτονία της φυλής των Tutsi από τους εξτρεμιστές Hutu το 1994 στη Ρουάντα μέσα σε εκατό μέρες... Οκτακόσιες χιλιάδες ψυχές, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, σφαγιάζονταν επί μέρες από ορδές πεινασμένων λύκων - συμπατριωτών τους, ‘συνανθρώπων’ τους. Τα πτώματα γέμιζαν τα ποτάμια της Ρουάντα και κυλούσαν στα ποτάμια της κεντρικής Αφρικής.
Ο φακός έδειχνε τον ‘στρατό’ των μακελάρηδων Hutu, αποτελούμενο απο ξυπόλητους άνδρες, κυρίως εφήβους και παιδιά(!) με τουφέκια στα χέρια και ματσέτες (μακριά μαχαίρια σαν σπαθιά), να περιμένουν στην άκρη του δρόμου την αποχώρηση των διπλωματικών αποστολών από τη χώρα και των λευκών οχημάτων της ειρηνευτικής δύναμης του ΟΗΕ, για να ολοκληρώσουν το αποτρόπαιο έργο τους. (Αργότερα,οι εξτρεμιστές Hutu θα αποκαλούσαν τους επιζήσαντες Tutsi ‘αυτοί που δεν εξολοθρεύτηκαν’.) Η σκηνή ήταν ανατριχιαστική.
Τα θηρία καιροφυλακτούσαν. Μπροστά στην κάμερα, ένα πλήθος ανυπεράσπιστων ανθρώπων που είχαν καταφύγει στα κτίρια της ειρηνευτικής αποστολής, εκλιπαρούσαν τους δυτικούς να μην τους εγκαταλείψουν. Μια όμορφη νέα γυναίκα με διεσταλμένα από την απόγνωση μάτια, άπλωνε τα χέρια ικετευτικά. Οι λιγοστοί αποχωρούντες διπλωμάτες τα είχαν χαμένα και κουνούσαν αμήχανα το κεφάλι.
Συγκλονισμένα μέλη των διπλωματικών αποστολών, διοικητές της ειρηνευτικής δύναμης και δημοσιογράφοι, μιλούσαν μπροστά στην κάμερα, χρόνια μετά, για την αδυναμία τους να σταματήσουν το μακελειό, καθώς ογδόντα χώρες στον ΟΗΕ αρνήθηκαν να στείλουν στρατό (μετά τη δολοφονία δέκα Βέλγων κυανοκράνων), οι ΗΠΑ δεν θέλησαν να αναμειχθούν κι η χώρα εγκαταλείφθηκε στο έλεος των σφαγέων. Άνθρωποι θλιμμένοι, νιώθοντας ένοχοι που είχαν δραπετεύσει από εκείνο το λουτρό αίματος αφήνοντας πίσω τους χιλιάδες αβοήθητες ψυχές, ξετύλιγαν τη φριχτή εμπειρία που σημάδεψε τη ζωή τους, και την οδύνη τους για την απάθεια της ‘υψηλής’ πολιτικής... Συγκλονισμένη κι εγώ, στο τέλος του ντοκυμαντέρ άνοιξα τον Άτλαντά μου κι έψαξα στο χάρτη της Αφρικής τη Ρουάντα.΄Εψαχνα γύρω στα πέντε λεπτά να βρω αυτήν τη φοβερή χώρα που αναστάτωσε την ανθρωπότητα και τα δελτία ειδήσεων στο τέλος του εικοστού αιώνα. Βρήκα το Τόγκο, το Μάλι, την Μποτσουάνα, βρήκα την Σουαζιλάνδη... Μα, πού στο καλό είναι κρυμμένη... Ρουάντα εδώ, Ρουάντα εκεί...
Α, να την! Χωμένη ανάμεσα σε τέσσερα κράτη, στριμωγμένη μαζί με το, επίσης μικρό, Μπουρουντί, από τις τεράστιες Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό, Κένυα και Τανζανία, με πρωτεύουσα το Κιγκάλι, με έκταση 26.338τ.χ. (το ένα πέμπτο της Ελλάδας) και πληθυσμό γύρω στα επτά εκατομμύρια (μείον ένα εκατομμύριο περίπου που σφαγιάστηκε...) η καταπράσινη αυτή μικροσκοπική χώρα, απέναντι από την φημισμένη κενυατική λίμνη Βικτώρια, είχε, φαίνεται, αρκετό χώρο για να παιχτεί στο έδαφός της το έργο ενός από τα μεγαλύτερα ανοσιουργήματα της Ιστορίας και του περασμένου αιώνα. Μια ακόμη γενοκτονία. Μια γιγαντιαία ανθρωποκτονία.
Ο Άγγελος-Αητός πετάει πάνω από τις χώρες της Αφρικής, που ο καταπράσινος παράδεισός τους ακόμη βάφεται κόκκινος από εμφύλιους σπαραγμούς, πάνω από την ανασκαμμένη Μέση Ανατολή, στέκεται και κοιτάζει σκεφτικός κουνώντας το κεφάλι. «Γελοία, παράφρονα ανθρωπάκια», συλλογίζεται. «Εξευτελισμένα πλάσματα, σπαράξτε τις ίδιες σας τις σάρκες να χορτάσετε. Ο διεστραμμένος σας εγωισμός, ανήμερο θηρίο που βρυχάται και χορταίνει ή με αίμα ή με χώμα. ‘Φάτε’ και ‘φαγωθείτε’.» Περνάει έξω από φωτισμένα παράθυρα, μπαίνει μέσα σε σπίτια. Κι εκεί, μικροί πόλεμοι, σφαγές και τραγωδίες, λόγια πικρά, βέλη αιχμηρά, μίσος, εμπάθεια, ανταγωνισμός, αυταρχισμός, ζήλεια, μνησικακία, μοχθηρία, γκρίνια, μιζέρια, βλασφημία... «Πω πω... τι την ήθελα αυτήν τη βόλτα πάνω στη Γη...» θρηνεί ο Άγγελος μαδώντας τα φτερά του.
«Τους δόθηκε ένας παράδεισος και τον έκαναν κόλαση. Εξόρισαν το Φως, τον Θεό, και παραδόθηκαν στους δαίμονες, στο σκοτάδι». Κοιτάζει λίγο πιο κάτω σε μιαν ανοιχτή τηλεόραση, Ανόητα κάποιοι χαχανίζουν κουτσομπολεύοντας, επιδεικνύοντας την ματαιοδοξία τους, τσακώνονται, φωνάζουν όλοι μαζί σαν κοκόρια. Όπου κι αν ρίξει τη ματιά του, ρηχότητα, διαφθορά, έγκλημα... «Αυτός ο πλανήτης χρειάζεται απολύμανση», σκέφτεται ο Άγγελος απελπισμένος. «Επιβρέξει επί αμαρτωλούς παγίδας, πυρ και θείον και πνεύμα καταιγίδος η μερίς του ποτηρίου αυτών».
Ο Άγγελος ετοιμάζεται να πλήξει σαν κεραυνός με την πύρινη ρομφαία του τη δαιμονισμένη γη. Και ξαφνικά, οι αιθέρες δονούνται από υπέροχες μελωδίες, και ύμνους επίκλησης προς το Πνεύμα... Σκύβει και κοιτάζει καλύτερα. Αθόρυβα και ταπεινά, ανάμεσα στα αιμάτινα ποτάμια και τους μακελάρηδες της Ρουάντα, ένας ‘συνάδελφός’ του, ο λοχαγός Mbaye Diagne, παρατηρητής του ΟΗΕ από τη Σενεγάλη, αρνείται να εγκαταλείψει τη χώρα και μένει με κίνδυνο της ζωής του κρύβοντας και σώζοντας από τη σφαγή εκατοντάδες ή και χιλιάδες ανθρώπους (κανείς δεν ξέρει), ολόκληρες οικογένειες και τα παιδιά της δολοφονημένης πρωθυπουργού Agathe Uwilingiyimana. Σώζει ζωές φυγαδεύοντάς τους έξω από τη χώρα, μεταφέροντάς τους σε μικρές ομάδες των πέντε ατόμων τη φορά, κρυμμένους κάτω από σακιά στο στρατιωτικό του Τζιπ. Καθώς πρέπει να περνάει από μια ντουζίνα σημεία ελέγχου, δωροδοκεί με τσιγάρα, χρήματα και ποτά τις φρουρές των Hutu, παραπλανώντας τους με το χαλαρό ύφος και τα αστεία του.
Πολλούς τους κρύβει στα ξενοδοχεία Mille Collines και Amahoro στα περίχωρα του Κιγκάλι. Ο Mark Doyle, ρεπόρτερ του BBC στη Rwanda, μιλούσε στο ντοκυμαντέρ για το πώς ο Mbaye Diagne έσωσε τις ζωές και των δυο τους, καθώς πήγαιναν να σώσουν τα παιδιά ενός ορφανοτροφείου. Σ’ ένα σημείο στρατιωτικού ελέγχου, σταμάτησαν το αυτοκίνητό τους οπλισμένοι Hutu, που άρχισαν να τους φοβερίζουν πιστεύοντας πως ο Doyle ήταν Βέλγος. Μετά την δολοφονία των δέκα Βέλγων κυανοκράνων και την αποχώρηση της δύναμής τους, οι Hutu εξτρεμιστές ήταν ιδιαίτερα εχθρικοί απέναντι στους Βέλγους. Ο Diagne τους είπε: «Όχι, όχι… εγώ είμαι Βέλγος. Εγώ είμαι ο Βέλγος εδώ, κοιτάξτε έναν μαύρο Βέλγο.»
Ο Doyle σχολίασε αργότερα πως αυτό το αστείο χαλάρωσε την τεταμένη ατμόσφαιρα, η ζεστή και γοητευτική προσωπικότητα του Mbaye Diagne με τα αστεία και τα χαμόγελα επηρέασε τους Hutu εξτρεμιστές, πείθοντάς τους να τους αφήσουν να φύγουν. Οι πράξεις του ενέπνευσαν όλους εκείνους που βοήθησαν να σωθούν ζωές στη Ρουάντα. 1 (ψαλμός 10, στ.6) 3 Μ’ ένα υπέροχο χαμόγελο, ο μαύρος Άγγελος εργάζεται απτόητος για την σωτηρία των απελπισμένων, μέχρι που ένα βλήμα όλμου τον σκοτώνει, κατά την επιστροφή του με το αυτοκίνητο στο αρχηγείο των Ηνωμένων Εθνών στις 31 Μαΐου του 1994, δυο εβδομάδες πριν επιστρέψει στην πατρίδα του Σενεγάλη, στη γυναίκα του και τα δυο παιδιά τους.
Οι ελάχιστοι ηρωικοί σύντροφοί του που είχαν μείνει ν’ αγωνιστούν μαζί του, δεν βρίσκουν ούτε σακούλα να τυλίξουν το νεκρό του σώμα. Κι όταν κατάφεραν να βρουν ένα κομμάτι πλαστικό και το τύλιξαν με κολλητική ταινία, τα μακριά του πόδια προεξείχαν. Θρηνώντας αποχαιρέτησαν στο αεροδρόμιο τον άντρα με το φωτεινό χαμόγελο. Ο τριανταεξάχρονος ήρωας θάφτηκε με τιμές στη Σενεγάλη, αφού έσωσε εξακόσιες με χίλιες ζωές ή κι ακόμη περισσότερες. Ο Άγγελος σκύβει και κοιτάζει καλύτερα.
Στη Γη διασκορπισμένους βλέπει αμέτρητους κρυφούς Αγγέλους που αγωνίζονται να σώσουν ζωές, γιατρούς χωρίς σύνορα και οικολογικές οργανώσεις, ανθρωπιστές και απλούς ανθρώπους που πασχίζουν να γίνουν καλύτεροι άνθρωποι, ψυχές που απευθύνουν έκκληση στο Μεγάλο Συμπονετικό Πνεύμα. Και λέει μέσα του: «Για χάρη του χλωρού, ας μην κάψουμε το ξερό. Τ’ αδέλφια μου αγωνίζονται σ’ αυτόν εδώ τον πλανήτη. Ας του δώσουμε μιαν ευκαιρία.» Και βάζει την πύρινη ρομφαία στο θηκάρι.