Αναμφίβολα, η οικογένεια δύναται να διαμορφώσει το σύστημα ηθικών αξιών για κάθε άνθρωπο ξεχωριστά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Χρυσούλα Λιβέρη* | 16/01/20 - 20.45
Εντούτοις, το σχολείο αποτελεί για τους μαθητές την βασικότερη πηγή άμεσης γνώσης. Στα πλαίσια αυτού, ο μαθητής μπορεί να υιοθετήσει συμπεριφορές και στάσεις για διάφορα κοινωνικά ζητήματα. Η οικολογική κρίση έχει λάβει τις διαστάσεις ενός τέτοιου κοινωνικού ζητήματος. Συγκεκριμένα, μέσω της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης οι μαθητές είναι εφικτό να καλλιεργήσουν θετικές στάσεις προς το περιβάλλον και να εξελιχθούν τελικά σε ευσυνείδητους πολίτες που να τρέφουν αισθήματα σεβασμού για τον φυσικό χώρο στον οποίο ζουν. Για να καλλιεργηθούν αυτές οι θετικές στάσεις προέχει να εξετάσουμε τις προϋπάρχουσες στάσεις των μαθητών για τη φύση γενικότερα και έπειτα για συγκεκριμένα περιβαλλοντικά προβλήματα.
Έτσι, θα διαπιστώσουμε ποια παρεκκλίνουσα στάση πρέπει να καταπολεμήσει η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση και ανάλογα με την έκταση που έχουν λάβει οι αρνητικές στάσεις των μαθητών να οργανωθεί σε βάθος χρόνου η γνωστική σύγκρουση των μαθητών και τελικά η κατάκτηση της ορθής γνώσης. Παρακάτω έγινε διαχωρισμός των στάσεων των μαθητών σε αυτές που αφορούν την φύση και αυτές που αφορούν τα περιβαλλοντικά προβλήματα. Αρχικά, θα διερευνηθούν οι στάσεις για την φύση και την βιόσφαιρα εντός της οποίας έχουν ενσωματωθεί όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί και αλληλεπιδρούν με το νερό, τον αέρα και το έδαφος (Γεωργουλόπουλος, 2014). Ακολούθως, θα αναλύσουμε τις στάσεις μαθητών για σύγχρονα περιβαλλοντικά προβλήματα. Σύμφωνα με τον Σώκο(2007), αν και η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση μπορεί να ενισχύσει, σε γενικές γραμμές, την σχέση του παιδιού με τη φύση, έχει ένα βασικό μειονέκτημα.
Οι μαθητές μέσα από τα μάτια των δασκάλων τους, προσεγγίζουν τα περιβαλλοντικά ζητήματα από την πλευρά των ενηλίκων. Έτσι, χάνεται η δική τους μοναδική περιέργεια για το φυσικό κόσμο και στέκονται απέναντι στο πρόβλημα μέσα από μια «ψυχαναγκαστική» διδακτική προσέγγιση. Από τις πρώτες εκπαιδευτικές βαθμίδες, οι μαθητές κατακλύζονται από δυσοίωνες οπτικές για τα περιβαλλοντικά προβλήματα της καταστροφής των τροπικών δασών ή τρύπας του όζοντος. Έτσι, οι μαθητές εμφανίζουν μία «βιοφοβική» στάση που χαρακτηρίζεται από ανησυχία ή αδιαφορία, καθώς πιέζονται να εξετάσουν τα οικολογικά προβλήματα του φυσικού τους κόσμου χωρίς να έχουν διαμορφώσει το κατάλληλο γνωστικό υπόβαθρο. Επιπλέον, κατά τις Δημητρίου και Χρηστίδου(2004), οι μαθητές συχνά συνδέουν τις συνέπειες ενός περιβαλλοντικού προβλήματος με την ανθρώπινη υγεία, φανερώνοντας έτσι την ανθρωποκεντρική στάση που υιοθετούν.
Στον αντίποδα, έρευνα των Δημητρίου και Χρηστίδου (2004), διαπίστωσε ότι τα παιδιά της πρώτης σχολικής ηλικίας αν και θεωρούνται μικρά, είναι σε θέση να διαχειριστούν περιβαλλοντικά προβλήματα και -είναι ικανά να κατανοήσουν τις σχέσεις αλληλεξάρτησης μεταξύ των παραγόντων που κινούν τα νήματα του προβλήματος και των βιοτικών (χλωρίδα, πανίδα) και αβιοτικών παραγόντων(π.χ έδαφος). Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Rosen(2004), το θέμα στο οποίο οι μαθητές εμφανίζονται περισσότερο ευαισθητοποιημένοι είναι το πλήγμα που δέχεται η πανίδα. Όπως αναφέρει, τα παιδιά μικρών ηλικιών νιώθουν μία φυσική συγγένεια με τα ζώα. Αυτό τα ωθεί να ενδιαφέρονται για τον τρόπο που αυτά ζουν και τα μορφολογικά χαρακτηριστικά τους, ενώ εστιάζουν έντονα στα μικρά των ζώων.
Στο άκουσμα της γνώσης ότι τα ζώα πλήττονται , «πονούν» ή πεθαίνουν, τα παιδιά αναπτύσσουν μία στάση ευθύνης και φροντίδας απέναντί τους. Την ιδιαίτερη αλληλεπίδραση των παιδιών με τα ζώα επιβεβαιώνει και ο Patterson(2000), ο οποίος υπογραμμίζει πως το 80% των ονείρων των παιδιών νηπιακής ηλικίας έχει σαν αντικείμενο τα ζώα.
* Μηχανικός Περιβάλλοντος
MSc Διαχείριση Περιβάλλοντος, Περιβαλλοντική Εκπαίδευση και Επικοινωνία
MSc Οργάνωση και Διοίκηση Εκπαιδευτικών Μονάδων