Τις δικές της διαπιστώσεις και συμπεράσματα για τους λόγους που οδήγησαν στο τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών και το θάνατο 57 ανθρώπων, έβγαλε η εξεταστική επιτροπή της Βουλής.
Οι εργασίες που ξεκίνησαν στις 23 του Νοέμβρη, ολοκληρώθηκαν επεισοδιακά το βράδυ της Δευτέρας, Τα κόμματα, όπως άλλωστε αναμενόταν, δεν κατέληξαν σε κοινό πόρισμα καθώς τα συμπεράσματα για τις ευθύνες ήταν εκ διαμέτρου αντίθετα. Έτσι, το πόρισμα των 700 σελίδων, εγκρίθηκε κατά πλειοψηφία και είναι έτοιμο να τεθεί προς συζήτηση στην Ολομέλεια, μέσα στον Μάρτιο.
Στο πόρισμα της επιτροπής γίνεται εκτενής αναφορά στη σημασία του ανθρώπινου παράγοντα, τους χειρισμούς του σταθμάρχη, των μηχανοδηγών καθώς και της ιταλικής hellenic Train (είχε διαπιστώσει προβλήματα αλλά δεν ανέστειλε δρομολόγια).
«Εάν είχαν τηρηθεί απαρέγκλιτα οι κανόνες του Γενικού Κανονισμού Κινήσεως (ΓΚΚ) από όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, το δυστύχημα δεν θα είχε συμβεί. Μάλιστα, έστω μία από αυτές τις παραβιάσεις του ΓΚΚ αν δεν είχε συμβεί, θα μπορούσε να αποσοβήσει το δυστύχημα», αναφέρει χαρκαστηριστικά, το πόρισμα.
Σε ότι αφορά ωστόσο, τα πολιτικά πρόσωπα, το επισημαίνει πως δεν έχουν αναδειχθεί παραλείψεις που να συνδέονται με το δυστύχημα. «Η ανάλυση από την Επιτροπή δεν ανέδειξε πράξεις ή παραλείψεις πολιτικών προσώπων που να συνδέονται με το δυστύχημα. Η πολιτική ευθύνη, αντικειμενικά αναλήφθηκε από τον τότε Υπουργό Κ. Καραμανλή με την άμεση παραίτησή του την ημέρα του τραγικού δυστυχήματος», επισημαίνει.
Στις πρώτες κιόλας συνεδριάσεις της επιτροπής, τέθηκε το ζήτημα εξαίρεσης της προέδρου της Πλεύσης Ελευθερίας από τις εργασίες της επιτροπής, λόγω της θέσης που κατέχει ως συνηγόρου συγγενών θυμάτων από το δυστύχημα. Η επιτροπή με διακομματική συναίνεση (και γνώμη του επιστημονικού συμβουλίου της Βουλής ) αποφάσισε να την αποπέμψει με την ίδια την κ. Κωνσταντοπούλου να προχωρά στην αντικατάσταση της από την Ελένη Καραγεωργοπούλου.
Ωστόσο, η πρόεδρος της Πλεύσης δεν αναγνώρισε ποτέ αυτή την εξέλιξη και προετοιμάστηκε προκειμένου να το δείξει στην τελευταία συνεδρίαση του οργάνου: Έστειλε επιστολές στον πρόεδρο της Βουλής και της Εξεταστικής όπου εξηγούσε πως η αποπομπή της ήταν παράνομη και πως παρέμενε μέλος που είχε αναπληρωθεί από την συνάδελφο της. Στις 3 το μεσημέρι της Δευτέρας, η Ζωή Κωνσταντοπούλου ήταν παρούσα στην συνεδρίαση και έτοιμη να καταγγείλει το προεδρείο κάνοντας αίτηση εξαίρεση του προέδρου, Δημήτρη Μαρκόπουλου για μεροληπτική συμπεριφορά. Αμέσως τα αίματα άναψαν στην μικρή αίθουσα της εξεταστικής, με τον κ. Μαρκόπουλο να διακόπτει τη συνεδρίαση μέσα σε ένταση.
Βάσει κανονισμού, η κ. Κωνσταντοπούλου, ακόμα και ως μη μέλος, είχε δικαίωμα να παραστεί στην επιτροπή αλλά όχι να πάρει το λόγο και να τοποθετηθεί. Οι εργασίες ξεκίνησαν εκ νέου αλλά διακόπηκαν απότομα για να επανεκκινήσουν 1,5 ώρα αργότερα, στην αίθουσα της Ολομέλειας αυτή τη φορά. Και αυτό ουσιαστικά για να προσπεραστεί το πρόβλημα των μικροφώνων και η στενότητα του χώρου. Τελικά η συνεδρίαση ολοκληρώθηκε στις αργά το βράδυ με τους πάντες εξαντλημένους, την κ. Κωνσταντοπούλου να φωνάζει εκτός μικροφώνου καταγγέλλοντας την πλειοψηφία και τον κ. Μαρκόπουλο να αναρωτιέται ειρωνικά “αν μίλησε κανείς”.
Σε κάθε περίπτωση και μετά την συζήτηση του πορίσματος στην Ολομέλεια την ερχόμενη βδομάδα (δεν υπάρχει ψηφοφορία στη διαδικασία), η Βουλή ολοκληρώνει τον τετράμηνο κύκλο αναζήτησης πολιτικών ευθυνών. Η δυνατότητα κατάθεσης πρότασης για σύσταση προκαταρκτικής υπάρχει, αλλά όχι για τη σύμβαση 717 αν δεν υπάρξουν νέα στοιχεία.