Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν θα πρέπει να φοβάται να αλλάξει την «υπερβολικά συνετή» στάση της όσον αφορά τα επιτόκια σε σχέση με εκείνη της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, σύμφωνα με το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου Γιάννη Στουρνάρα.
Μιλώντας στη Φρανκφούρτη μετά το ξεκάθαρο μήνυμα που έδωσε μέχρι στιγμής η ΕΚΤ ότι θα αρχίσει να χαλαρώνει την άνευ προηγουμένου σειρά αυξήσεων των επιτοκίων της τον Ιούνιο, ο Έλληνας αξιωματούχος επανέλαβε ότι τέσσερις μειώσεις είναι πιθανές φέτος – παρά το γεγονός ότι οι επενδυτές «χαμηλώνουν» τα στοιχήματα για τέτοιες κινήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο.
«Τώρα ήρθε η ώρα να διαφοροποιηθούμε», δήλωσε ο κ. Στουρνάρας στο Bloomberg, συμπληρώνοντας ότι «Οι καταστάσεις στη ζώνη του ευρώ και στις ΗΠΑ είναι εντελώς διαφορετικές. Στις ΗΠΑ, η ζήτηση είναι πολύ ισχυρότερη – κυρίως λόγω της ώθησης που προέρχεται από τον προϋπολογισμό. Δεν έχουμε κάτι τέτοιο στην Ευρώπη. Και ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ καθοδηγείται κυρίως από την πλευρά της προσφοράς – όχι από την πλευρά της ζήτησης και δεν καθοδηγείται από τους μισθούς».
Οι επισημάνσεις αυτές έρχονται στον απόηχο μιας ανακοίνωσης για τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ που ξεπέρασε τις προσδοκίες και προκάλεσε μια ταχεία αναπροσαρμογή των στοιχημάτων για νομισματική χαλάρωση.
Οι αγορές εκτιμούν τώρα ότι η ευρωζώνη, όπου τα πιο πρόσφατα στοιχεία για τις τιμές καταναλωτή υπολείπονται των εκτιμήσεων, θα γνωρίσει τρεις μειώσεις επιτοκίων το 2024, σε σύγκριση με λιγότερες από δύο για τη Fed.
Μιλώντας μετά την απόφαση της ΕΚΤ την Πέμπτη, η πρόεδρος Κριστίν Λαγκάρντ επαναβεβαίωσε ότι η ίδια και οι συνάδελφοί της δεν υιοθετούν τις κατευθυντήριες γραμμές τους από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Παραδέχτηκε, ωστόσο, ότι υπάρχουν «πολλαπλά κανάλια μέσω των οποίων μπορεί να ασκηθεί επιρροή» – όχι μόνο η δυναμική των συναλλαγματικών ισοτιμιών, καθώς η συζήτηση για την ισοτιμία γίνεται όλο και πιο δυνατή.
«Δεν εξαρτόμαστε από τη Fed», δήλωσε η Λαγκάρντ στους δημοσιογράφους, προσθέτοντας ότι «Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι μια πολύ μεγάλη αγορά, μια πολύ σημαντική οικονομία, ένα σημαντικό χρηματοπιστωτικό κέντρο επίσης, οπότε όλα αυτά βρίσκουν έδαφος στην πρόβλεψή μας».