Συρρίκνωση του ευρωπαϊκού δείκτη μεταποίησης, αύξηση επιτοκίων και... Κίνα αποτελούν τις τρεις πηγές των δυσοίωνων προβλέψεων για την ευρωπαϊκή οικονομία
Του Χρυσόστομου Τσούφη
Οι πρώτοι αριθμοί του φθινοπώρου δείχνουν ότι τα σύννεφα της ύφεσης πυκνώνουν για τα καλά (και) πάνω από τον Ευρωπαϊκό ουρανό.
Η τιμή του πετρελαίου συνεχίζει την πτώση της με το Brent στα 94$, 30$ χαμηλότερα από τις 8 Ιουνίου όταν και βρέθηκε στο απόγειό της για το καλοκαίρι με 124$. Ακόμη χαμηλότερα το WTI, στα 88$. Ο Αύγουστος ήταν για το πετρέλαιο ο μήνας του μεγαλύτερου πτωτικού ράλι από το 2020, καθώς οι φόβοι της ύφεσης πολλαπλασιάζονται.
Την ίδια στιγμή ο ευρωπαϊκός δείκτης μεταποίησης συρρικνώθηκε για 2ο συνεχή μήνα και βρέθηκε σε χαμηλό 26 μηνών και σε χαμηλό 20 μηνών στην Ελλάδα. Οι νέες παραγγελίες των βιομηχανιών φθίνουν και έτσι δεν μπορούν να πουλήσουν τα προϊόντα που παράγουν με πολύ αυξημένο κόστος. Σύμφωνα με αρκετούς οικονομολόγους όλα αυτά είναι αρκετά για να δικαιολογήσουν μείωση του ΑΕΠ στο 3ο τρίμηνο του έτους.
Και καθώς ο πληθωρισμός καλπάζει, η ΕΚΤ πρόκειται από την ερχόμενη εβδομάδα να μπει πιο δυναμικά στο «παιχνίδι» της αύξησης των επιτοκίων. Τυχόν απότομή αύξησή τους – όπως θέλουν πολλοί κεντρικοί τραπεζίτες κατά το πρότυπο που ακολουθείται στις ΗΠΑ – θα βλάψει ακόμη περισσότερο την ανάπτυξη. Ο Γιάννης Στουρνάρας φυσικά το γνωρίζει αυτό και γι'αυτό είναι «μέλος» της έτερης τάσης που θέλει σταδιακή αύξηση των επιτοκίων.
Η τρίτη πηγή ανησυχίας για τους αναλυτές έρχεται από την Κίνα. Οι περιορισμοί που τίθενται σε διάφορες Κινεζικές πόλεις λόγω νέας έξαρσης της πανδημίας σε συνδυασμό με τους χειρότερους καύσωνες της δεκαετίας και μια αποδυναμωμένη αγορά real estate θεωρείται ότι θα δυσκολέψουν πολύ την Κινέζικη μηχανή από το να αναπτύξει μεγάλες ταχύτητες.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο Γιάννης Οικονόμου άνοιξε τη σημερινή του ενημέρωση προς τους δημοσιογράφους μιλώντας επί σχεδόν 10 λεπτά για τις αντοχές που έχει αναπτύξει η ελληνική οικονομία. «Άλλη οικονομία στη θέση της ελληνικής θα είχε γονατίσει» τόνισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Η Ελλάδα όμως θα είναι από τις λίγες χώρες – αν όχι η μοναδική – που τουλάχιστον για φέτος θα αναθεωρήσει προς τα πάνω τον ρυθμό ανάπτυξης ελέω και του τουρισμού. Τους πρώτους 7 μήνες εισέρρευσαν στη χώρα 4,3δισ€ άμεσων ξένων επενδύσεων όταν πέρυσι όλη τη χρονιά ήταν στα 4,8δισ€ ενώ οι εξαγωγές αποτελούν πια το 40% του ΑΕΠ της χώρας έχοντας διπλασιάσει το ποσοστό τους σε σχέση με την προ πανδημίας περίοδο.
Πηγή: skai.gr