Του Τάσου Δασόπουλου
H διολίσθηση της ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου πολύ κοντά στο 1:1, αυξάνει μεν τον πληθωρισμό, αφού καθιστά ακριβότερες τις εισαγωγές καυσίμων και άλλων πρώτων υλών, αλλά ταυτόχρονα "πληρώνει" και ένα μέρος από τα μέτρα στήριξης, για νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Η διολίσθηση αποδίδεται στη διαφορά φάσης με την οποία γίνονται οι αυξήσεις των επιτοκίων μεταξύ της Αμερικανικής Κεντρικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας (FED) και της ΕΚΤ, με στόχο τη συγκράτηση του πληθωρισμού, περιορίζοντας τη ρευστότητα στην οικονομία. Τούτο, με δεδομένο ότι παρά την αύξηση των επιτοκίων κατά 0,5% από την Κεντρική Τράπεζα του Ευρώ τον προηγούμενο μήνα, στη μεγάλη εικόνα, η νομισματική της πολιτική, παραμένει επεκτατική.
Η υποχώρηση κατά περίπου 13% της ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου, αυξάνει ισόποσα την αξία των εισαγόμενων ορυκτών καυσίμων πέρα από την αύξηση που προκαλεί η μειωμένη προσφορά πετρελαίου και φυσικού αερίου, αλλά και βασικών πρώτων υλών, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Την ίδια ώρα, η υψηλή φορολογία των καυσίμων η οποία επιβάλλεται σε αυτές τις αυξημένες τιμές, γεμίζει τα δημόσια ταμεία. Το πρώτο εξάμηνο του 2022, τα έσοδα από ΦΠΑ υπερέβησαν τον στόχο κατά περίπου 1 δισ. ευρώ (985 εκατ. ευρώ). Ακόμη και αν αφαιρέσει κανείς την υποχώρηση κατά 121 εκατ. ευρώ από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης -λόγω μείωσης της κατανάλωσης-, τα επιπλέον έσοδα που έβαλε το δημόσιο στα ταμεία του, φτάνουν τα 864 εκατ. ευρώ.
Από την άλλη, ενώ τα έσοδα από έμμεσους φόρους ενσωματώνουν τον εισαγόμενο πληθωρισμό από καύσιμα, τρόφιμα και πρώτες ύλες, οι δαπάνες είναι "αποπληθωρισμένες". Τούτο υπό την έννοια ότι ούτε οι μισθοί ούτε και οι συντάξεις, που είναι οι ανελαστικές δαπάνες του δημοσίου, πήραν ή πρόκειται να πάρουν για το 2022 αύξηση ανάλογη του πληθωρισμού. Η διαφορά λοιπόν των αυξημένων λόγω πληθωρισμού εσόδων από τις σταθερές δαπάνες εξασφαλίζει τον δημοσιονομικό στόχο για πρωτογενές έλλειμμα 2%. Παράλληλα διαμορφώνει και ένα πλεόνασμα εσόδων, το οποίο μπορεί να διατεθεί για μέτρα στήριξης.
Βοήθεια και στον τουρισμό
Εκτός από το δημοσιονομικό πεδίο, το "αδύναμο" ευρώ ευνοεί και τον κλάδο που αναμένεται για φέτος να κάνει νέο ρεκόρ τζίρου: Τον τουρισμό. Παρά το γεγονός ότι το λειτουργικό κόστος έχει αυξηθεί συνδυαστικά κατά 30%, λόγω πληθωρισμού με βάση τις μαρτυρίες των επαγγελματιών του χώρου, η πτώση της ισοτιμίας του ευρώ κάνει τον ελληνικό τουρισμό, σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή, πιο ανταγωνιστικό. Αυτό εξηγεί και την αύξηση που καταγράφεται φέτος από τουρίστες εκτός ευρωζώνης, όπως οι Πολωνοί και οι Αμερικανοί. Τα επιπλέον έσοδα από τον τουρισμό αναμένεται να είναι τουλάχιστον 1 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2021. Μέρος και από αυτό το ποσό, θα διατεθεί για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων κατά της ακρίβειας.
Παράλληλα βέβαια η χαμηλή ισοτιμία του ευρώ σε σχέση με το δολάριο, κάνει πιο ανταγωνιστικές και τις εξαγωγές προϊόντων αν και εδώ το θέμα είναι πιο σύνθετο. Τούτο διότι, λόγω χαμηλής παραγωγικής βάσης της οικονομίας, η παραγωγή εξαγώγιμών προϊόντων (ακόμη και αγροτικών) προϋποθέτει εισαγωγές από την ΕΕ και τρίτες χώρες σε μηχανολογικό εξοπλισμό και πρώτες ύλες, οπότε το κέρδος από την αυξημένη εξαγωγική δραστηριότητα μετριάζεται.
Από την άλλη βέβαια, το αδύναμο ευρώ αυξάνει με ταχύτερους ρυθμούς το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, μειώνοντας και το ΑΕΠ λόγω των ακριβότερων εισαγωγών. Με βάση τα στοιχεία της ΤτΕ για το πεντάμηνο Ιανουαρίου-Μαΐου, το έλλειμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών εκτοξεύτηκε κατά 4 δισ. ευρώ, φτάνοντας τα 10,1 δισ. ευρώ, από 6,907 δισ. το ίδιο διάστημα του 2021.
Πηγή: capital.gr