Ο Τύπος σχολιάζει την μείωση του πληθωρισμού
Ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη συνέχισε να υποχωρεί τον Ιανουάριο: Οι τιμές λιανικής αυξήθηκαν κατά 8,5% σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα πέρυσι, ωστόσο οι οικονομολόγοι παραμένουν συγκρατημένοι. «Το πρόβλημα του πληθωρισμού δεν πρέπει να υποτιμηθεί», επισημαίνει η Handelsblatt. «Ο πυρήνας του πληθωρισμού, δηλαδή οι αυξήσεις των τιμών γύρω από την ενέργεια, τα τρόφιμα και τον καπνό, θεωρούνται προειδοποιητικό σήμα, καθώς παρέμειναν σε επίπεδο ρεκόρ, αντίστοιχο με του Δεκεμβρίου. Το φαινόμενο αυτό θα μπορούσε να σημαίνει πως, μεσοπρόθεσμα, η αύξηση των τιμών θα συνεχιστεί σε όλους τους τομείς. […] Πάντως, συνιστάται γενικότερη προσοχή στην ερμηνεία των στοιχείων, καθώς αυτά είναι ελλιπή, όπως στην περίπτωση της Γερμανίας, από την οποία δεν έχουν ενημερωθεί τα στατιστικά στοιχεία».
Επιπλέον, «η ευρύτερη αύξηση των τιμών οφείλεται στις λεγόμενες δευτερογενείς επιδράσεις, δηλαδή στις αυξήσεις των τιμών ως απάντηση στο αυξημένο κόστος, όπως για παράδειγμα, το υψηλότερο κόστος θέρμανσης αυξάνει τις τιμές στον κλάδο της εστίασης. […] Δευτερογενείς επιπτώσεις υπάρχουν και στους μισθούς, καθώς τα συνδικάτα ζητούν όλο και υψηλότερους μισθούς λόγω του υψηλότερου κόστους ζωής, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται το επίπεδο των τιμών παραπάνω». Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, «πολλοί οικονομολόγοι, καθώς και οι υποστηρικτές μιας αυστηρότερης νομισματικής πολιτικής αναμένουν νέα αύξηση των επιτοκίων από την Ε.Κ.Τ., ενώ εντείνονται οι πιέσεις για αντίστοιχα μέτρα και τον Μάρτιο», καταλήγει το γερμανικό μέσο.
Το Green Deal Industrial Plan της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έχει διττό σκοπό: αφ’ ενός μεν την οικονομική ενίσχυση των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, αφ’ ετέρου δε την αποτελεσματική προστασία του κλίματος. Η Süddeutsche Zeitung σχολιάζει πως «είναι σημαντικό να κατασκευαστούν τα απαραίτητα εργοστάσια για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειες και τα πράσινα προϊόντα στην Ευρώπη, αλλιώς οι πράσινες τεχνολογίες θα πρέπει να εισαχθούν. Στη συνέχεια, οι θέσεις εργασίας θα δημιουργηθούν αλλού και η Ε.Ε. θα εξαρτηθεί επικίνδυνα από μια σημαντική, αλλά ενδεχομένως αναξιόπιστη χώρα-προμηθευτή: την Κίνα. Η δε ανάπτυξη της στρατηγικής αυτής, αν και αργοπορημένη, οφείλεται εν πολλοίς και στον Τζο Μπάιντεν, καθώς το αμερικανικό αντιπληθωριστικό πακέτο ήταν που πραγματικά τρόμαξε τις Βρυξέλλες».
Κατά την Tageszeitung, η πρόθεση της Επιτροπής να διευκολύνει κατά πολύ τις κρατικές επιχορηγήσεις προς τις εταιρείες θα ήταν ζημιογόνα: «Με τον τρόπο αυτό, η Επιτροπή βάζει τσεκούρι στην ενιαία αγορά - σε καμία περίπτωση δεν μπορούν όλα τα κράτη της Ε.Ε. να αντέξουν νέες εθνικές επιδοτήσεις. Ειδικά οι μικρές χώρες φοβούνται πως θα περιθωριοποιηθούν». Την άποψη αυτή συμμερίζεται και η εφημερίδα του Μονάχου, η οποία όμως παραδέχεται ότι «κατά πάσα πιθανότητα, η Ε.Ε. δεν μπορεί να αποφύγει εντελώς μια τέτοια εξέλιξη – δυστυχώς. Όμως, θα πρέπει να συντελεστεί με πολύ στοχευμένο τρόπο και σε περιορισμένη κλίμακα, επενδύοντας επιπλέον στις υποδομές και την εκπαίδευση, που διαδραματίζουν μεγαλύτερο και ευρύτερο ρόλο τόσο στην επιλογή μίας τοποθεσίας για την κατασκευή εργοστασίων, όσο και στη γενικότερη ανάπτυξη των παντός είδους εταιρειών».
Πηγή: DW