Ράπισμα για την πολιτική του «Σουλτάνου» αποτελεί ο αποκλεισμός της Τουρκίας από τη «Σύνοδο Κορυφής για τη Δημοκρατία»
NEWSROOΜ - 25/11/21
Ένα ακόμα «χαστούκι» στην πολιτική του Ερντογάν και ξεκάθαρη απόδειξη του ψυχροπολεμικού κλίματος που επικρατεί στις σχέσεις της Άγκυρας με την Ουάσινγκτον αποτελεί ο αποκλεισμός της Τουρκίας από τη Σύνοδο Κορυφής για τη Δημοκρατία, η οποία θα διεξαχθεί το διήμερο 9-10 Δεκεμβρίου στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στη λίστα των προσκλήσεων που έδωσε στη δημοσιότητα το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών συγκαταλέγονται συνολικά εκατόν δέκα χώρες, υπάρχουν ωστόσο και ηχηρές απουσίες, καθώς εκτός της γειτονικής μας χώρας το παρών στις εργασίες της Συνόδου δεν θα δώσουν επίσης οι Ρωσία, Κίνα, Ουγγαρία και Αίγυπτος.
Εκτός… νυμφώνος μένουν και αραβικά κράτη, τα οποία έχουν παραδοσιακές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως είναι η Σαουδική Αραβία, η Ιορδανία, το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Στον κατάλογο του Αμερικανού προέδρου για συμμετοχή στις εργασίες της Συνόδου βρίσκονται αντίθετα μέλη της Κοινωνίας των Πολιτών, καθώς και στελέχη του ιδιωτικού τομέα.
Ψηλά στην ατζέντα της Συνόδου αναμένεται να βρεθούν ο αγώνας κατά του αυταρχισμού, κάτι που αποτέλεσε βασική προεκλογική δέσμευση του Τζο Μπάιντεν κατά τη διάρκεια της «κούρσας» για τον Λευκό Οίκο τον Νοέμβριου του 2020, η καταπολέμηση της διαφθοράς και η προώθηση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ο αποκλεισμός του Ερντογάν, τον οποίο ο Μπάιντεν είχε χαρακτηρίσει ως αυταρχικό ηγέτη, αποτελεί μια έντονη επισήμανση των απόψεων που είχε εκφράσει ο Αμερικανός πρόεδρος στον Τούρκο ομόλογό του κατά τη διάρκεια της πρόσφατης συνάντησής τους στο πλαίσιο της Συνόδου της “G20” στη Ρώμη τον περασμένο Οκτώβριο, για τη σημασία των ισχυρών δημοκρατικών θεσμών, τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την ειρήνη και την ευημερία.
Χαρακτηριστική της τοποθέτησης της Άγκυρας στη «μαύρη» λίστα της Ουάσινγκτον, είναι η έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τα ανθρώπινα δικαιώματα σχετικά με την Τουρκία. Σύμφωνα με αυτή:
Οι πολιτικές αρχές διατηρούν ουσιαστικό έλεγχο επί των αξιωματούχων επιβολής του νόμου, με τους μηχανισμούς για τον εντοπισμό και την επιβολή κυρώσεων σε περιπτώσεις κακοποίησης και διαφθοράς να παραμένουν ανεπαρκείς.
Από την απόπειρα του πραξικοπήματος, οι αρχές έχουν απολύσει ή θέσει σε αναστολή δεκάδες χιλιάδες μέλη της αστυνομίας, του στρατού και της δικαστικής εξουσίας και έχουν κλείσει πάνω από 1.500 μη κυβερνητικές οργανώσεις επικαλούμενες στοιχεία που συνδέονται με την τρομοκρατία, ιδίως για εικαζόμενες σχέσεις με το κίνημα Γκιουλέν.
Η κυβέρνηση έχει πάρει ελάχιστα μέτρα για να ερευνήσει, διώξει και τιμωρήσει μέλη των υπηρεσιών ασφαλείας και άλλους αξιωματούχους που κατηγορούνται για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η ατιμωρησία παραμένει πρόβλημα.
Συνεχίζονται οι αυθαίρετες συλλήψεις και η κράτηση δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων, όπως πολιτικών από την αντιπολίτευση και πρώην μελών του κοινοβουλίου, δικηγόρων, δημοσιογράφων, προασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και υπαλλήλων της αμερικανικής αποστολής, για υποτιθέμενες σχέσεις με τρομοκρατικές ομάδες.
Διαπιστώνονται τέλος σοβαροί περιορισμοί στην ελευθερία της έκφρασης, στον Τύπο και το Ίντερνετ: αυτό περιλαμβάνει απειλές για την άσκηση βίας κατά δημοσιογράφων, την άσκηση ποινικής δίωξης κατά δημοσιογράφων και άλλων επειδή άσκησαν κριτική σε κυβερνητικές πολιτικές ή αξιωματούχους καθώς και την άσκηση λογοκρισίας και τον αποκλεισμό ιστοσελίδων.
Βολές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες για τον αποκλεισμό της από τη Σύνοδο Κορυφής για τη Δημοκρατία εξαπέλυσε η Ρωσία. Ο εκπρόσωπος Τύπου του προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, Ντμιτρι Πεσκόφ, χαρακτήρισε τη Σύνοδο ως μια απόπειρα δημιουργίας διαχωριστικών γραμμών, τονίζοντας ότι η Μόσχα την αντιμετωπίζει αρνητικά:
«Δεν συνιστά τίποτε άλλο από μια απόπειρα πάραυτα να δημιουργηθούν νέες διαχωριστικές γραμμές. Αγωνιστήκαμε σκληρά στις αρχές της δεκαετίας του 1990 για να μειωθούν και να καταργηθούν οι διαχωριστικές γραμμές, αλλά σήμερα οι Ηνωμένες Πολιτείες προτιμούν να δημιουργήσουν νέες διαχωριστικές γραμμές και να διαιρέσουν τις χώρες σε καλές κατά την αντίληψή τους και κακές επίσης κατά την αντίληψή τους. Προσπαθούν να ιδιοποιηθούν τη λέξη ‘δημοκρατία’. Δηλαδή, δημοκρατία είναι μόνο αυτό που ανταποκρίνεται στην αντίληψη της Ουάσινγκτον».
Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένεται και η αντίδραση της Κίνας, η οποία επίσης δεν έλαβε πρόσκληση για να συμμετάσχει.