Η εικόνα που θα έχει η χώρα μας δέκα χρόνια από τώρα με φόντο την κλιματική αλλαγή
Αν πριν από μερικές δεκαετίες η κλιματική αλλαγή ήταν μια μακρινή έννοια, ένα επιστημονικό σενάριο που απασχολούσε κυρίως συνέδρια και διεθνείς οργανισμούς, σήμερα αποτελεί αδιαμφισβήτητη καθημερινότητα. Οι αριθμοί, οι εικόνες και —πλέον— οι συνέπειες, δεν επιδέχονται καμία αμφισβήτηση. Ο πλανήτης αλλάζει, και μαζί του αλλάζει και η Ελλάδα.
Η κλιματική κρίση δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός. Είναι το αποτέλεσμα δεκαετιών υπερεκμετάλλευσης φυσικών πόρων, άναρχης βιομηχανικής ανάπτυξης και παγκόσμιας εξάρτησης από ορυκτά καύσιμα. Η υπερβολική καύση άνθρακα, πετρελαίου και φυσικού αερίου για ενέργεια έχει οδηγήσει σε ανεξέλεγκτες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO₂) και άλλων αερίων του θερμοκηπίου, τα οποία παγιδεύουν τη θερμότητα στην ατμόσφαιρα της Γης.
Σημαντικός ρόλος έχει διαδραματίσει και η παγκόσμια αποδάσωση — ιδιαίτερα στις τροπικές περιοχές — η οποία όχι μόνο μειώνει την ικανότητα του πλανήτη να απορροφά CO₂, αλλά διαταράσσει και κρίσιμα οικοσυστήματα. Το ίδιο ισχύει για την εντατική γεωργία και κτηνοτροφία, που συμβάλλουν στην εκπομπή μεθανίου και υποξειδίου του αζώτου — αέρια με πολύ ισχυρότερη επίδραση από το CO₂.
Η αδιαφορία των μεγάλων οικονομιών — ιδίως μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 2000 — για τις μακροπρόθεσμες συνέπειες αυτών των πρακτικών υπήρξε καταλυτική. Αντί για έγκαιρες πολιτικές ανάσχεσης, υπήρξαν δεκαετίες αναβλητικότητας, ατολμίας και γεωπολιτικών ανταγωνισμών, που εμπόδισαν μια κοινή, παγκόσμια γραμμή άμυνας.
Η Μεσόγειος συγκαταλέγεται επισήμως στις λεγόμενες «καυτές ζώνες» του πλανήτη όσον αφορά την κλιματική αλλαγή, και η Ελλάδα είναι στην πρώτη γραμμή. Σύμφωνα με προβλέψεις επιστημονικών ινστιτούτων (όπως το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών και η WWF Ελλάς), η επόμενη δεκαετία προβλέπεται ιδιαίτερα κρίσιμη.
1. Άνοδος της θερμοκρασίας και καύσωνες
Μέχρι το 2035, η μέση θερμοκρασία στην Ελλάδα ενδέχεται να αυξηθεί έως και 1,5°C σε σχέση με τα επίπεδα της προ-βιομηχανικής εποχής. Αυτό μεταφράζεται σε περισσότερες ημέρες καύσωνα (άνω των 38°C), ακόμη και στις περιοχές που παραδοσιακά ήταν πιο δροσερές, όπως η Βόρεια Ελλάδα ή η Δυτική Πελοπόννησος.
2. Ξηρασία και υδατικό στρες
Τα ήδη περιορισμένα υδάτινα αποθέματα της χώρας θα πιεστούν ακόμα περισσότερο. Περιοχές όπως η Θεσσαλία και η Κρήτη απειλούνται με υπερβολική ξηρασία κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, ενώ η γεωργία θα βρεθεί σε κρίσιμο σταυροδρόμι, καθώς η παραδοσιακή καλλιέργεια (βαμβάκι, ελιά, αμπέλι) θα χρειαστεί επανασχεδιασμό.
3. Πλημμύρες και ακραία καιρικά φαινόμενα
Η αύξηση της θερμοκρασίας οδηγεί σε αστάθεια των καιρικών συστημάτων. Τα φαινόμενα τύπου «Daniel» ή «Ιανός» δεν θα είναι μεμονωμένες εξαιρέσεις, αλλά μέρος μιας νέας κανονικότητας. Πλημμύρες, κατολισθήσεις και καταστροφές σε υποδομές θα είναι συχνότερες και πιο έντονες, με σοβαρές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις.
4. Κίνδυνος για τουρισμό και πολιτισμό
Η Ελλάδα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό, ο οποίος όμως κινδυνεύει να πληγεί. Οι υπερβολικές θερμοκρασίες, η έλλειψη νερού και η απώλεια φυσικού κάλλους (δάση, παραλίες, υγρότοποι) ενδέχεται να πλήξουν την ελκυστικότητα πολλών περιοχών. Παράλληλα, πολλά ιστορικά μνημεία βρίσκονται εκτεθειμένα σε κινδύνους, όπως η διάβρωση, οι πλημμύρες ή η φωτοχημική ρύπανση.
5. Δημόσια υγεία και κοινωνική ανισότητα
Η άνοδος της θερμοκρασίας φέρνει αύξηση των αναπνευστικών και καρδιοαγγειακών προβλημάτων, αλλά και εμφάνιση «νέων» ασθενειών που μεταδίδονται από έντομα (π.χ. ιός του Δυτικού Νείλου). Οι πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, όπως οι ηλικιωμένοι ή οι χαμηλόμισθοι, θα πληγούν περισσότερο, καθώς δεν έχουν εύκολη πρόσβαση σε μέσα προστασίας (κλιματιστικά, υγειονομική περίθαλψη κ.ά.).
Το στοίχημα της δεκαετίας
Η Ελλάδα, όπως και ολόκληρος ο πλανήτης, δεν έχει πλέον την πολυτέλεια της αναμονής. Οι επιλογές των επόμενων ετών — από την ενεργειακή μετάβαση, τις πράσινες επενδύσεις και την ανθεκτική γεωργία, μέχρι την κλιματική εκπαίδευση και την προστασία των οικοσυστημάτων — θα κρίνουν όχι απλώς το μέλλον, αλλά την ίδια την επιβίωση ενός βιώσιμου τρόπου ζωής.
Το ερώτημα δεν είναι αν θα αλλάξουν οι συνθήκες. Αυτό ήδη συμβαίνει. Το ερώτημα είναι αν θα αλλάξουμε εμείς, έγκαιρα και συλλογικά, ή αν θα περιμένουμε το μέλλον να χτυπήσει ακόμα πιο δυνατά την πόρτα μας.