Έλενα Τσακιρίδου | 06/04/21
Η συναίνεση, σύμφωνα με έναν απλό ορισμό, είναι η οικειοθελής συμφωνία ενός ατόμου με μια πρόταση. Με την ευρεία διάδοση του παγκόσμιου κινήματος “Me Too”, ενός ανεξάρτητου κοινωνικού κινήματος ενάντια στη σεξουαλική κακοποίηση και παρενόχληση, η έννοια της συναίνεσης έχει έρθει στο προσκήνιο.
Τι είναι συναίνεση; Τι δεν είναι συναίνεση; Ποια είναι εκείνη η λεπτή διαχωριστική γραμμή μεταξύ συναίνεσης και άρνησης; Υπάρχουν θολές γραμμές, γκρι ζώνες, έτσι που η συναίνεση μπορεί να είναι κάτι συγκαλυμμένο;
Η απάντηση στο τελευταίο ερώτημα είναι αρνητική. Η συναίνεση έγκειται στο απλό “ναι”, το “ναι” που δηλώνεται μέσα από τη λεκτική επικοινωνία, κι όχι με κάποια κίνηση, ένα αδιόρατο νεύμα ή οποιοδήποτε άλλο μη λεκτικό σήμα μπορεί να χαίρει αμφισβήτησης και διττού νοήματος.
Η σεξουαλική συναίνεση, πιο συγκεκριμένα, είναι η συμφωνία για ερωτική συνεύρεση με κάποιον. Η συναίνεση επιτρέπει να γνωρίζουμε ότι η σεξουαλική συνεύρεση είναι κάτι το επιθυμητό και πρέπει να δίνεται δίχως πίεση.
Δουλεύοντας με τη μέθοδο εκ του αντιθέτου, θα ήταν σκόπιμο να γίνει μια αναφορά στο τι δεν είναι συναίνεση:
“Δεν ξέρω” ή “Δεν είμαι σίγουρος/η”: Οι φράσεις αυτές δηλώνουν αναμφίβολα μια κατάσταση αμφιθυμίας. Το “δεν ξέρω” θα μπορούσε φυσικά να μετατραπεί σε “ναι” με την έλευση του χρόνου, αλλά αυτό είναι απλά μια πιθανότητα. Μέχρι να ακουστεί το “ναι”, και πάντα με πρωτοβουλία του ατόμου που ερωτάται, οι φράσεις αυτές δεν λαμβάνονται ως συναίνεση.
“Δεν θέλω” ή “Δεν νιώθω έτοιμος/η”: Η μη ετοιμότητα είναι το εκ διαμέτρου αντίθετο της συναίνεσης. Το “δεν θέλω” δηλώνει ρητά την έλλειψη επιθυμίας για ό,τι επιθυμεί ένας ερωτικός σύντροφος να ακολουθήσει. Δεν πρέπει να λαμβάνεται ως μια προτροπή να μεταπείσουμε τον/την σύντροφό μας ώστε τελικά να θέλει, αλλά ως ένα αποτρεπτικό σήμα.
“Ίσως”: Το “ίσως” πιθανολογικά μοιάζει να εμπεριέχει μια ελαφρώς μεγαλύτερη συναινετική χροιά από ότι τα προηγούμενα, αλλά δεν παύει να είναι αμφίθυμο. Άλλωστε, θα μπορούσε να έχει ειπωθεί από ευγένεια, από δισταγμό ή ακόμα και από συμμόρφωση στις επιθυμίες του/της συντρόφου. Εφόσον δεν συνιστά ένα ρητό “ναι”, δεν μπορεί να αποτελέσει το εισιτήριο της συναίνεσης και αμοιβαιότητας.
Η σιωπή: Η έλλειψη λεκτικής απόκρισης δεν σημαίνει θετική απόκριση. Αν το λάβουμε έτσι, είναι απλά μια δική μας παρερμηνεία και δεν αποτελεί το παραμικρό ελαφρυντικό, ώστε να πούμε εκείνο το πασίγνωστο “μα ο/η άλλος/η δεν είπε τίποτα”.
Φλερτ: Το φλερτ είναι σίγουρα μια διαδικασία που φαντάζει αμοιβαία και κάνει τα παρεπόμενα να φαντάζουν επιθυμητά, αλλά δεν είναι για όλους έτσι. Μπορεί να αποσκοπεί στην επιθυμία για νέες γνωριμίες, και η ερωτική συνεύρεση να μην αποτελεί άμεση προτεραιότητα. Επομένως, η απλή συμπεριφορά του φλερτ δεν μπορεί να ληφθεί ως η αφορμή για πράξεις που μπορεί να μην είναι επιθυμητές και από τις δύο πλευρές.
Τρόπος ντυσίματος: Παρωχημένες αντιλήψεις που πλήττουν κυρίως το γυναικείο φύλο, όπως “να ντυνόταν πιο σεμνά, προκάλεσε με το μήκος της φούστας, το ζήτησε έμμεσα, η συμπεριφορά της ήταν προκλητική” καλό είναι να κλειδωθούν στο χρονοντούλαπο σαθρών αντιλήψεων, που αιώνες υποβαθμίζουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Ένα κοντό φόρεμα είναι απλά ένα κοντό φόρεμα, κι όχι μια έμμεση πρόσκληση ή μια επίπλαστη συναίνεση.
Συνοπτικά, η συναίνεση έγκειται σε κάτι απλό: Το λεκτικό “ναι”. Μιλώντας με φράσεις που έχουν καθιερωθεί στους πυλώνες του κινήματος “Me Too”, “Το όχι δεν σημαίνει πείσε με, το όχι σημαίνει όχι”.