Της Μαρίας Σκαμπαρδώνη
''Δεν ξέρω γιατί αυτό το χέρι που άλλοτε περίμενα πως θα με αγκαλιάσει, τώρα με χτυπάει με τόση μανία. Δε γνωρίζω γιατί αυτή η φωνή που περίμενα να μου πει ένα «σε αγαπώ», να με βρίζει και να με αναθεματίζει για όλα τα κακά που του συμβαίνουν.
Πόσο εύκολα χάνεται η ευτυχία! Εκεί που νομίζεις πως την έχεις κλείσει στα χέρια σου, τότε ξαφνικά είναι που αρχίζει να τρεμοπαίζει. Εκεί που νομίζεις πως αγγίζεις την ευτυχία, τότε διαπιστώνεις πως αυτή είναι ένα γυαλί που σπάει τόσο εύκολα! Δεν μπορούσα να φανταστώ πως δε θα με ακολουθούσε η ευτυχία εκείνη των οικογενειακών συνάξεων όπου όλοι μας μακάριζαν και έλεγαν πως ευτυχία όπως η δική μας δεν υπάρχει πλέον. Δεν ήξεραν, δεν μπορούσαν να φανταστούν πως όταν έκλεινε η πόρτα τα όνειρα για αγάπη και ευτυχία θα βαφόντουσαν κόκκινα… Ούτε και εγώ η ίδια που από την πρώτη στιγμή που σε αντίκρισα, πίστεψα πως είσαι η αγάπη μου, ο έρωτας που θα μου χάριζε την ευτυχία. Αλλά έκλεισαν οι πόρτες, μείναμε μόνοι και το γεμάτο αγάπη πρόσωπό σου, διαδέχτηκε το μίσος και η κακία στη ματιά σου.
Δεν ξέρω τι σου έκανα, για ποιο λόγο με μισείς τόσο πολύ. Τι έπραξα, ποιο το σφάλμα και το ατόπημά μου; Γιατί ξεσπάς τόσο θυμωμένα επάνω μου; Δε γνωρίζω τι έπραξα, αν έπραξα. Και αυτό με βυθίζει ακόμα περισσότερο στον ωκεανό της αυτολύπησης και του οίκτου.
Πώς να δικαιολογηθώ; Πώς να κρύψω τις μελανιές, τα πρησμένα χείλη, τη νευρικότητα; Θυμώνω όταν με ρωτάνε, διακόπτω νευρικά τους υπαινιγμούς, ντρέπομαι και κρύβομαι επειδή φοβάμαι ότι θα σπιλωθεί η τιμή της οικογένειάς μου.
Η σκιά των άλλων, ο φόβος, η βία. Όλα αυτά σφίγγουν το λαιμό μου, μου προκαλούν ταχυκαρδία και μου σβήνουν κάθε διάθεση για αναζήτηση βοήθειας. Και αυτό με κλείνει σε έναν ασφυκτικό κύκλο από τον οποίο αργοσβήνει κάθε δρόμος διαφυγής.
Τώρα πια η αγκαλιά δεν υπάρχει για να με κάνει να νοιώσω γυναίκα. Τώρα τα χέρια σου τα αισθάνομαι μονάχα σα δαγκάνες που με πνίγουν ασφυκτικά. Τώρα το κρεβάτι αγάπη πια δε φιλοξενεί; μονάχα μία γυρισμένη πλάτη.
Κάτι πρέπει να κάνω. Ναι, δεν πρέπει να μείνει απαθής. Γιατί ένα απλό χτύπημα του σήμερα, αύριο μπορεί να είναι ένα πνίξιμο, ένας ακόμα μεγαλύτερος μώλωπας, ένα χτύπημα με μαχαίρι.
Ναι, δεν πρέπει να αφήνω αυτό που με τρώει να χορτάσει. Ναι, η βία όταν μένει στη σιωπή διογκώνεται, γίνεται ακόμα μεγαλύτερη και ισχυρότερη. Κάτι πρέπει να κάνω, κάπου πρέπει να απευθυνθώ, σε κάποιον πρέπει να μιλήσω.
Να κάνω κάτι, το οτιδήποτε. Όχι μονάχα για εμένα. Αλλά για κάθε γυναίκα εκεί έξω που βιώνει την ίδια μοναξιά, τον ίδιο φόβο, την ίδια αγωνία όπως εγώ σήμερα. Να πάρει λίγο θάρρος, να μην κλειστεί στο καβούκι της και να κάνει κάτι για τα νιάτα και τα παιδιά της.
Να μην ξυπνήσουμε μία ημέρα, καμία από εμάς, και να αντιληφθούμε πως χάσαμε τη ζωή και τα νιάτα μας ενώ θα μπορούσαμε να είχαμε ζητήσει μία βοήθεια.
Και είναι μία ευκαιρία, τώρα που η κοινωνία έχει ευαισθητοποιηθεί και τα στόματα έχουν αρχίσει να ανοίγουν, να κάνω κάτι για εμένα. Μου το οφείλω.''