Από καθαρά υποκειμενική σκοπιά, έχω ταυτίσει την έννοια της τέχνης με οτιδήποτε τυγχάνει ιταλικής προέλευσης. Μου είναι αδύνατο να φανταστώ έναν κόσμο στερημένο από πόλεις-θησαυρούς όπως η Φλωρεντία.
Ταξιδεύοντας διαρκώς με το μυαλό μου σε δρόμους ξεχασμένους κι αλαργινούς, πάλι θα καταλήξω σε πόλεις εξέχουσας ομορφιάς, όπως η Σιένα, η Περούτζια, η Βερόνα και τόσες άλλες που έχει την τύχη να φιλοξενεί η γείτονα χώρα. Ότι όμως κι αν αποφασίσω, τα βήματά μου με φέρνουν πάντα πίσω στο άνθος της Τοσκάνης, που σε αντίθεση με την κραταιά μορφή της Βενετίας, αποπνέει μια δροσερή αύρα γλυκύτητας και αιθέριου ρομαντισμού.
Η πρώτη εικόνα που έρχεται στο βασανισμένο μου μυαλό, κυριαρχεί και σε περίοπτη θέση στην Ακαδημία της πόλης, όπου φιλοξενείται για πάνω από μισόν αιώνα το άγαλμα που παριστάνει τον Δαβίδ τη στιγμή που προηγείται της ιστορικής αναμέτρησής του με τον Γολιάθ. Όσοι έχουν βρεθεί αντιμέτωποι μ’αυτό το καθαγιασμένο έργο, δεν μπορούν παρά να αισθανθούν αυτό που κάποιοι ερευνητές έχουν αναγάγει σε σύνδρομο, δηλ. βιώνουν στην κυριολεξία σωματικά συμπτώματα που μπορούν ν’αποβούν ακόμα κι επώδυνα, από απλή εφίδρωση έως και κρίσεις πανικού. Δεν είναι καθόλου τυχαίο αυτό το γεγονός καθότι το συγκεκριμένο έργο τέχνης αποτελεί μοναδική απόδειξη της γενναιοδωρίας του Δημιουργού απέναντι σε κάποιον ορκισμένο λάτρη της ομορφιάς και της αλήθειας, χαρίζοντάς του έτσι την αδιαμφισβήτητη ικανότητα να δημιουργήσει κάτι που αγγίζει τα όρια της τελειότητας.
Αυτό όμως που με λυπεί βαθύτατα σε στιγμές σχεδόν ακούσιου διαλογισμού, είναι το επίμονο κυνηγητό που ασκείται από βέβηλους εκπροσώπους μια συγκεκριμένης χώρας που ακόμα και βίαια, προσπαθούν ν’αποτυπώσουν με μια κάμερα το θαύμα που συντελείται εμπρός τους.
Προτιμώ λοιπόν να συνεχίζω τους νοητούς μου περιπάτους αποδιώχνοντας τέτοιες βέβηλες εικόνες και απολαμβάνοντας ένα τελευταίο τανγκό σφιχταγκαλιασμένη με τα δαιμόνια που ανασαλεύουν στο υποσυνείδητό μου, προσκαλώντας με μειλίχια αλλά ανένδοτα, σ’ένα ταξίδι ατέρμονο στους διαδρόμους του βασιλείου της ομορφιάς, αυτή για την οποία ο ίδιος ο Πλάτωνας αναφέρει: “η ομορφιά είναι το μόνο πνευματικό πράγμα που αγαπάμε ενστικτωδώς και πιστεύω μας δίνει την ευκαιρία για μια ανώτερη αυτοσυναίσθηση.”
Της Ελένης Δακανάλη